Με την αγωνία στο κατακόρυφο για τα 2,7 εκατομμύρια συνταξιούχους,
που οι μισοί απ' αυτούς συντηρούν και τους ανέργους και φτωχούς
συγγενείς και φίλους τους, όλοι οι πολίτες περιμένουν μια δίκαιη έκβαση
στο ασφαλιστικό (με τις λιγότερες δυνατές απώλειες, για να είμαστε
ειλικρινείς).
Ως μοναδική «κόκκινη γραμμή» ουσιαστικά έχει τεθεί η μη μείωση των
καταβαλλόμενων σήμερα συντάξεων και η διατήρηση του αναδιανεμητικού και
δημόσιου χαρακτήρα του συστήματος.
Και είναι ολοφάνερα σωστή αυτή η κυβερνητική επιδίωξη τόσο από την
άποψη της κοινωνικής συνοχής όσο και της διατήρησης της εσωτερικής
ζήτησης σε συνθήκες παρατεταμένης ύφεσης και τρομακτικής ανεργίας.
Αυτές οι γενιές θα υποστούν μια ακόμα δραματική εξέλιξη της
«εσωτερικής υποτίμησης» στο επίπεδο ζωής τους, αλλά τόσο... ευεργετική
για τον κρατικό πρϋπολογισμό: οι δικές τους συντάξεις
θα απονέμονται σε όλο και μεγαλύτερες ηλικίες, έως τα 67 χρόνια της ζωής
τους, χωρίς πρόωρες, «εφάπαξ» και μπόνους, και θα μειώνονται ανάλογα με
την όλο και πιο βίαιη μείωση των μισθών τους κατά τον εργάσιμο βίο τους
- ακόμα κι αν παραμείνουν οι τωρινοί «συντελεστές αναπλήρωσης».
Δηλαδή, με μέσο μισθό 900 ευρώ στην καλύτερη περίπτωση εφεξής και για
τα επόμενα χρόνια, ακόμα και να μείνει το σημερινό ποσοστό αναπλήρωσης
70%, η σύνταξη θα βρίσκεται στα επίπεδα των 600 ευρώ τον μήνα για τις
επόμενες γενιές συνταξιούχων.
Για να κρατηθούν επομένως οι καταβαλλόμενες συντάξεις στο επίπεδό που
βρίσκονται σήμερα, και επειδή δεν φτάνουν τα λεφτά, επιδιώκεται -ελπίζω
με ειλικρίνεια και γνώση- από την κυβέρνηση να εξασφαλιστούν νέοι πόροι
χρηματοδότησης ολόκληρου του Συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης και
Υγείας.
Λέγοντας ολόκληρου εννοώ να εξασφαλίζεται και στο ορατό μέλλον με τις
ίδιες προϋποθέσεις και εισφορές για όλους τους ασφαλισμένους ένα
αξιοπρεπές επίπεδο παροχών του Συστήματος (γιατροί, νοσοκομεία, φάρμακα,
συντάξεις, επιδόματα ανεργίας κ.λπ.) και όχι μόνο να κρατηθεί λίγη
καθυστέρηση ακόμα, προσδοκώντας ότι κάποτε θα έρθει η ανάπτυξη, θα
εξαφανιστεί η ανεργία, η παραοικονομία, η μαύρη εργασία, η φοροδιαφυγή
κ.ο.κ.
Ενας «φόρος Τόμπιν» στις ηλεκτρονικές τραπεζικές συναλλαγές είναι μια καλή ιδέα.
Αλλά ο Τόμπιν τον σχεδίασε κυρίως για να αποτρέψει τις κερδοσκοπικές
συναλλαγές και όχι τόσο να μαζέψει λεφτά για τον φτωχό και ξεζουμισμένο
από τα χρηματοπιστωτικά μεγαθήρια Τρίτο Κόσμο και τους φτωχούς του
Πρώτου Κόσμου.
Ωστόσο την ελληνική οικονομία ασφαλώς τη συμφέρει να ενθαρρύνει τις
ηλεκτρονικές συναλλαγές μέσω τραπεζών για να ελέγξει τη φοροδιαφυγή και
την παραοικονομία, συνεπώς τα πολλά λεφτά για το ασφαλιστικό πρέπει να
έρθουν κυρίως από άλλες πηγές.
Μια αύξηση της άμεσης φορολογίας, του εισοδήματος ή του ιδιωτικού
πλούτου, θέλει χρόνο και ελεγκτικούς μηχανισμούς για να αποδώσει.
Ετσι η κυβέρνηση μπορεί να προχωρήσει σε ένα άμεσο σχέδιο υποστήριξης
των συντάξεων με έκτακτους φόρους κατανάλωσης σε είδη που δεν θα τα
λέγαμε πρώτης ανάγκης.
Π.χ αυξάνοντας τη φορολόγηση του αλκοόλ και του καπνού, έστω κι αν η
Ε.Ε. για λόγους ανταγωνισμού και ενιαίας αγοράς μάς υποχρεώνει να
επιβάλλουμε αυτόν το φόρο και στα ντόπια και όχι, όπως θα ήταν το
ιδανικό, μόνο στα εισαγόμενα αλκοολούχα ποτά και καπνά.
Αυτό θα έχει επιπτώσεις στην παραγωγή, μεταποίηση και διανομή των
ελληνικών προϊόντων καπνού και αλκοόλ στην εγχώρια αγορά, οι οποίες
μπορούν να αναπληρωθούν από τις εξαγωγές προς άλλες αγορές που δεν έχουν
υψηλή φορολόγηση.
Μην ξεχνάμε ότι η Βρετανία ξεκίνησε μια τέτοια πολιτική εδώ και
δεκαετίες. Με τα χίλια ζόρια φυσικά η μπίρα παρέμεινε φτηνή, δεν
φορολογήθηκε δηλαδή το ίδιο με τα σκληρά αλκοολούχα για λόγους παράδοσης
(η περίφημη πολιτιστική και κοινωνική σημασία των παμπ) και ως
παραχώρηση στην εργατική τάξη και στην ντόπια βιομηχανία της μπίρας,
αλλά το μέτρο προχώρησε και απέδωσε.
Επέδρασε δε και ευεργετικά στο δημόσιο σύστημα υγείας, καθώς ο καπνός
και το αλκοόλ ως γνωστόν επιβαρύνουν την ατομική και τη δημόσια υγεία.
Με λίγα λόγια δεν καταλαβαίνω γιατί το ουίσκι και τα τσιγάρα στην
Καλαμπάκα να είναι απείρως φτηνότερα από τη Γλασκόβη... αλλά και γιατί
οι Μερσεντές και οι Πόρσε να πωλούνται στην ίδια περίπου τιμή και στις
δύο πόλεις.
Για να μην αναρωτηθώ και γιατί όλα τα δισεκατομμύρια των πλούσιων
Ελλήνων πατριωτών είναι εδώ και χρόνια παρκαρισμένα και αφορολόγητα στις
ξένες τράπεζες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου