Από το 2006 που οι εργασίες κατασκευής του Μετρό Θεσσαλονίκης ξεκίνησαν
στην πόλη, δεκάδες συνολικά αρχαιολόγοι περάσαμε από το αρχαιολογικό τμήμα του
έργου, με εργασιακή σύμβαση αορίστου χρόνου ιδιωτικού δικαίου με την εργολαβική
κοινοπραξία και ταυτόχρονη αναφορά στην αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων της πόλης.
Εργασιακή συνθήκη που είναι οικεία στην «τάξη» των συμβασιούχων αρχαιολόγων της
χώρας τις τελευταίες δεκαετίες. Τα βασικά της χαρακτηριστικά είναι η επισφάλεια
και η δυσκολία της επιστημονικά ορθής διενέργειας της αρχαιολογικής
διαδικασίας, λόγω ασφυκτικής χρονικό-οικονομικής πίεσης. Δημοφιλείς
μηχανισμοί δηλαδή της νεοφιλελεύθερης λογικής στην επιστημονική πρακτική που
πετυχαίνουν να διαβρώσουν την ουσία της και να αποξενώσουν τους εργαζόμενους από
το αντικείμενό τους. Η αποφυγή του παραπάνω αποτελέσματος είναι ένα συνεχές
στοίχημα για πολλούς από τους αρχαιολόγους που κινούμαστε επιστημονικά μέσα σε
αυτό το εργασιακό καθεστώς/κλουβί, ενώ η επιλογή της παραμονής μας ή όχι
σε αυτό αποτελεί για εμάς ένα μόνιμο πεδίο υπαρξιακών συγκρούσεων και
αυτοκριτικής.
Στη συγκεκριμένη αρχαιολογική πραγματικότητα που εντάσσεται σε ένα τόσο
μεγάλο τεχνικό έργο κατασκευής, όλες οι γνωστές παθογένειες της λεγόμενης
«σωστικής» αρχαιολογικής πρακτικής μεγεθύνονται πολλαπλά. Έτσι, εργαστήκαμε
πολλοί/εργαζόμαστε αρκετοί/θα εργαστούμε λίγοι (;) σε εργοτάξια-ανασκαφές,
πάνω, δίπλα και κάτω από τον κεντρικό οδικό άξονα της πόλης, στις εκτάσεις που
θα καταλαμβάνουν οι σταθμοί, σε βάρδιες από τις 6.00 ως τις 22.00 με
προβλεπόμενη περιβολή και τις αρχαιολογικές μας αρχές συχνά κιμά, με
αυξομειώσεις στο εργατοτεχνικό προσωπικό σε άμεση αναλογία με το σόι ή τον
πληθυσμό του χωριού του εκάστοτε υπεύθυνου του τάδε τμήματος. Άλλοτε με εκατό
εργατοτεχνίτες, ενώ απαραίτητοι στην συγκεκριμένη ανασκαφική φάση μπορεί να
ήταν 20 και άλλοτε, που οι εργασίες περίσσευαν, με έξι άτομα προσωπικό γιατί
δεν πλησίαζαν εκλογές ώστε να γίνουν προσλήψεις. Εξαντλήσαμε το εργασιακό μας
οχτάωρο ανάμεσα σε μηχανήματα και ευθυνόφοβους - υπεύθυνους που ζητούσαν από
μας λογαριασμό κυβικών χώματος, σφίγγοντας στα χέρια μας το ανασκαφικό
ημερολόγιο σαν τη μοναδική πύλη στο έτερο της επιστημονικής μας
φαντασίωσης.
Εκτεθήκαμε επί χρόνια όχι μόνο σε αυτές τις γνωστές προβληματικές συνθήκες,
αλλά και σε ποικίλες εκδηλώσεις απαξίωσης της σχιζοφρενικής κοινής γνώμης που
το πρωί λοιδορεί την πολυέξοδη και ανώφελη αρχαιολογική διαδικασία στα
εργοτάξια της πόλης και το βράδυ ανατριχιάζει από εθνική συγκίνηση
παρακολουθώντας στα δελτία τα πλάνα της ανασκαφής του λόφου Καστά στην
Αμφίπολη. Η φαινομενική αυτή σχιζοφρένεια κουρδίζεται φυσικά εδώ και
δεκαετίες με οργανωμένο τρόπο. Στην περίπτωση του Μετρό Θεσσαλονίκης, η
αρχαιολογική διαδικασία κατηγορήθηκε δημοσίως και κατά εξακολούθηση και τελικά
χρεώθηκε στη συνείδηση πολλών όλα τα δεινά του έργου. Τόσο η Αττικό Μετρό όσο
και η εργολαβική κοινοπραξία χρησιμοποίησαν, και συνεχίζουν να χρησιμοποιούν,
ως εργαλείο το αρχαιολογικό τμήμα στις μεταξύ τους σχέσεις, αλλά και στην
διαμόρφωση της δημόσιας εικόνας τους, με προκλητικότατο πολλές φορές τρόπο. Οι
δηλώσεις του επιστημονικού συμβούλου της πρώτης (και ακαδημαϊκού αρχαιολόγου
ταυτόχρονα) για εσκεμμένη καθυστέρηση της ανασκαφικής διαδικασίας από
τους συμβασιούχους αρχαιολόγους του πεδίου, προκειμένου να παραταθεί η
εργασιακή τους σχέση (http://www.kathimerini.gr/759557/article/epikairothta/ellada/o-arxaiolog...),
αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση εκχυδαϊσμού των κινήτρων της πιο ευάλωτης και
αποκλεισμένης από το δημόσιο λόγο εργασιακής ομάδας, στοχεύοντας ευθέως στην
επιστημονική της υπόσταση.
Το παιχνίδι έχει εκτροχιαστεί τον τελευταίο κυρίως χρόνο, περίοδο
κατά την οποία η ανάδοχος κοινοπραξία έχει «απασφαλίσει» και απειλεί με
εγκατάλειψη του έργου αν δεν χορτάσει εκατομμύρια αποζημιώσεων. Στο διάστημα
αυτό, όπως ήταν αναμενόμενο, οι συνθήκες εργασιακής ασφυξίας για τους
εναπομείναντες αρχαιολόγους εντάθηκαν ραγδαία και ο χειρισμοί εκ μέρους των δύο
αφεντικών τροποποιήθηκαν αναλόγως: Διανύουμε τον έκτο σχεδόν μήνα σε
καθεστώς μονομερούς επιβολής εκ περιτροπής εργασίας, υπό την απειλή μαζικών
απολύσεων. Μερίδα των εργαζομένων στο αρχαιολογικό τμήμα που δεν συμμορφώθηκε
σε «φιλικές παραινέσεις» της εταιρείας για οικειοθελή εξάντληση της κανονικής
άδειας, ζήσαμε μία εικονική απόλυση –εναρμονισμένη στο πολιτικό κλίμα
των ημερών, ενώ τέσσερις από εμάς που είχαν προχωρήσει και σε επίσχεση εργασίας
απολύθηκαν παραδειγματικά και ακολούθησαν άλλοι έξι που επιλέχθηκαν λόγω
έλλειψης αποδείξεων της αναπαραγωγικής τους ικανότητας –αλλιώς κοινωνικά
κριτήρια.
Το επαναλαμβανόμενο βασανιστήριο των υποτιθέμενων επικείμενων ομαδικών απολύσεων
που η εταιρεία αιτείται και το υπουργείο εργασίας αρνείται να επικυρώσει, είναι
το βασικό εργαλείο χειρισμού/εκβιασμού, τόσο των ίδιων των εργαζομένων
-προκειμένου να δεχτούν εύκολα όλες τις υπόλοιπες εργασιακές παρανομίες εις
βάρος τους- ενώ αποτελεί ταυτόχρονα και ένα από τα εργαλεία εκβιασμού του
κράτους κατά τη διάρκεια της διενέργειας των οικονομικών (κατά βάση)
διαπραγματεύσεων για τη συνολική πορεία του έργου. Ο αφοπλισμός του εργολάβου
από το παραπάνω όπλο θα ήταν εφικτός αν οι εμπλεκόμενοι το
αντιλαμβάνονταν ως τέτοιο. Το θεατρικό της εργασιακής ομηρίας μας, ωστόσο,
ενισχύεται και από τον ρόλο της διοίκησης του σωματείου εργαζομένων που
δραστηριοποιείται στο αρχαιολογικό τμήμα του έργου, το οποίο κατά τις γνωστές
συνδικαλιστικές πρακτικές λειτουργεί εν αγνοία του σώματος, σε ρόλο εκπροσώπου
της κοινοπραξίας ή/και νομικού συμβούλου των μελών, πιστό στο καταστατικό του
όταν δίνεται η δυνατότητα αποφυγής γενικών συνελεύσεων και συλλογικών αποφάσεων
και με έτοιμο πάντα το επιχείρημα της αδυναμίας συσπείρωσης και έλλειψης
ενδιαφέροντος των μελών, όταν τίθενται ευθέως ερωτήματα για την στάση του.
Πρόκειται για μία αυτοεκπληρούμενη προφητεία, σύμφωνα με την οποία καμία
συλλογική δράση δεν οργανώνεται επαρκώς, προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτυχία
της λόγω μη ικανοποιητικής συμμετοχής των μελών, γεγονός το οποίο εν συνεχεία
χρησιμοποιείται ως επιχείρημα απόρριψης εκ μέρους του διοικητικού οποιασδήποτε
πρότασης για νέες κινητοποιήσεις.
Αναφερόμενη σε συνδικαλιστικές α-κινητοποιήσεις τολμώ να σχολιάσω και την
ευαισθητοποίηση του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων για τα ευρήματα του Σταθμού
Βενιζέλου που τον έφεραν αντιμέτωπο με τους χειρισμούς της Αττικό Μετρό, σε
πλήρη αναντιστοιχία με την αδιαφορία για τις εργασιακές αυθαιρεσίες του ίδιου
φορέα και της αναδόχου του απέναντι στους αρχαιολόγους που αναγκαστικά
απασχολεί. Άλλο ένα χαρακτηριστικό δείγμα της μεσοαστικής καταβολής της επίσημης
αρχαιολογίας, καθώς και της άρνησής της να αντιμετωπίσει με αναστοχαστική
διάθεση εκφάνσεις της σύγχρονης αρχαιολογικής πρακτικής που εναρμονίζεται
ολοένα και περισσότερο με τη λογική του κεφαλαίου. Οι εργασιακές
αυθαιρεσίες στην ελληνική αρχαιολογική πραγματικότητα παραμένουν δυστυχώς εκτός
των ορίων του νομιμοποιημένου διαλόγου της αρχαιολογικής κοινότητας, η
οποία τις προσπερνά στο όνομα της επιστημονικής συνάφειας.
Διαρρηγνύοντας λοιπόν τα όρια των ποικίλων συλλογικοτήτων στις οποίες με
κατατάσσει η αρχαιολογική, εργασιακή, πολιτική και κοινωνική μου ταυτότητα και
προκαλώντας τη θεοποιημένη δύναμη της ατομικής ενέργειας στη διαμόρφωση
του παρόντος, γράφω απλώς τα παραπάνω. Η αφήγηση του ενός δεν βαραίνει
περισσότερο από εκείνη του άλλου, λειτουργεί όμως λυτρωτικά όταν τα περιθώρια
ελιγμών είναι σχεδόν ανύπαρκτα.
Μία από εμάς
Πηγή: alterthess.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου