Οι τρεις στους τέσσερις υποψηφίους για τα ΑΕΙ έχουν ξοδέψει από 5.000
έως και 20.000 ευρώ για να εξασφαλίσουν την πολυπόθητη εισαγωγή τους.
Ωστόσο, η οικονομική αιμορραγία δεν σταματά εκεί, καθώς για τρεις
στους δέκα νέους η είσοδος σε ΑΕΙ-ΤΕΙ εκτός τόπου μόνιμης κατοικίας
συνοδεύεται από σημαντικές οικογενειακές δαπάνες.
Το γεγονός αυτό συνδέεται αποκλειστικά με το ποσοστό των κρατικών
δαπανών για την ενίσχυση του φοιτητικού πληθυσμού, που στη χώρα μας δεν
ξεπερνά το 0,4%, όταν ο μέσος όρος των αντίστοιχων δαπανών στις χώρες
της Ευρωπαϊκής Ενωσης ανέρχεται στο 5,7%.
Η δημόσια υποχρηματοδότηση έχει συνέπειες στη φοιτητική μέριμνα, σε
όλα εκείνα τα στοιχεία της φοιτητικής ζωής (στέγαση, σίτιση, περίθαλψη,
βιβλία, υποτροφίες κ.λπ.) που σχετίζονται με την ουσία της δημόσιας και
δωρεάν εκπαίδευσης.
Για παράδειγμα, η κάλυψη των στεγαστικών αναγκών των «εσωτερικών
μεταναστών φοιτητών» δεν ξεπερνάει στη χώρα μας το 9%. Ετσι, το κόστος
της φοιτητικής ιδιότητας μετακυλίεται όλο και περισσότερο στους «ώμους»
των οικογενειακών προϋπολογισμών, κάνοντας ακριβό το «δημόσιο και
δωρεάν» πανεπιστήμιο.
Πιο αναλυτικά, για τους φοιτητές που σπουδάζουν εκτός τόπου μόνιμης
κατοικίας και συντηρούν το λεγόμενο φοιτητικό νοικοκυριό, το συνολικό
κόστος των σπουδών για τον «μετανάστη φοιτητή» με μέση χρονική διάρκεια
τέσσερα έως πέντε χρόνια ανέρχεται σε 30.000-40.000 ευρώ.
Σε πολλές περιπτώσεις αυτό συνεπάγεται μείωση των οικογενειακών
εισοδημάτων, που «ρίχνει» το νοικοκυριό κάτω από το όριο φτώχειας, ενώ
στις περισσότερες περιπτώσεις είναι αδύνατη η συντήρηση του φοιτητή.
Στη διάρκεια της μακράς προεκλογικής περιόδου, το 2014, οι δύο
υπουργοί Παιδείας (Κ. Αρβανιτόπουλος – Α. Λοβέρδος), στο πλαίσιο της
εξαγοράς της συναίνεσης της κοινής γνώμης, «μοίρασαν» απλόχερα
μετεγγραφές, χωρίς να ενδιαφέρονται ούτε για την τύχη των περιφερειακών
ΑΕΙ ούτε βεβαίως για τις συνθήκες σπουδών των φοιτητών που ασφυκτιούσαν
στα ετοιμόρροπα και υποχρηματοδοτούμενα κεντρικά ΑΕΙ.
Από την άλλη, με την πρώτη κυβερνητική αλλαγή του 2015, η τότε ηγεσία
του υπουργείου Παιδείας (Αρ. Μπαλτάς) ούτε λίγο-ούτε πολύ συμβούλεψε
τους υποψήφιους να επιλέξουν σχολές της περιοχής τους αν δεν έχουν την
οικονομική δυνατότητα να στηρίξουν οι ίδιοι τις σπουδές τους.
Παράλληλα, με έναν νέο νόμο (άρθρο 21 του νόμου 4332/2015) καθόρισε
τι θα ισχύσει στις μετεγγραφές του ακαδημαϊκού έτους 2015-2016.
Σύμφωνα με τον νέο νόμο, η χορήγηση του δικαιώματος μετεγγραφής
πραγματοποιείται κατά φθίνουσα σειρά του συνόλου των μορίων που ο
δικαιούχος σωρεύει από καθορισμένα κριτήρια, όπως το εισόδημα, ο αριθμός
των παιδιών, το εάν υπάρχει αδελφός που σπουδάζει σε άλλη πόλη, άλλα
κοινωνικά κριτήρια (ορφανός, αναπηρία, ανάπηροι γονείς κ.λπ.).
Η εγκύκλιος για τις αιτήσεις των μετεγγραφών θα ανακοινωθεί από το υπουργείο το τελευταίο δεκαήμερο του Οκτωβρίου.
Ωστόσο, είναι φανερό ότι και ο νέος αυτός νόμος δεν είναι σε θέση να
απαντήσει σε πραγματικά προβλήματα που δημιουργούν αφενός η ανυπαρξία
φοιτητικής μέριμνας και αφετέρου η οικονομική δυσπραγία των οικογενειών
φοιτητών.
Ενα από αυτά τα προβλήματα περιγράφει ένα ζευγάρι εκπαιδευτικών και
αναζητεί εναγωνίως λύση. «Εχουμε δύο παιδιά, το ένα που σπουδάζει στη
Φιλοσοφική (φιλολογία) στην Πάτρα και το άλλο που πέρασε φέτος στο
Πολυτεχνείο στον Βόλο στους Πολιτικούς Μηχανικούς.
»Οπως γίνεται κατανοητό, η συντήρηση τριών σπιτιών από τα εισοδήματα
δύο καθηγητών της β/θμιας εκπαίδευσης είναι αδύνατη, καθώς απαιτείται
περισσότερο από ένας μισθός για τη στοιχειώδη συντήρησή τους και
νομίζουμε πως θα έπρεπε να είναι αυτονόητο τα δύο παιδιά να φοιτούν στην
ίδια πόλη (από τη στιγμή μάλιστα που δεν είναι η Αθήνα ή η
Θεσσαλονίκη)».
Παράλογα
Η οικογένεια των εκπαιδευτικών σε υπόμνημά της προς τον υπουργό Παιδείας παραθέτει και τις στρεβλώσεις-αβλεψίες του νόμου:
«Μια οικογένεια με τρία τέκνα χωρίς να έχει παιδί που σπουδάζει σε
άλλη πόλη και με κατά κεφαλήν εισόδημα έστω 7.000 έχει 3+1=4 μόρια (3
από εισοδηματικά και 1 τριτεκνίας).
Μια οικογένεια με δύο τέκνα με κατά κεφαλήν εισόδημα αντίστοιχο, δηλ.
7.000, και με παιδί που σπουδάζει σε πόλη διαφορετική του τόπου
κατοικίας των γονέων έχει και αυτή 3+1=4 μόρια (3 από εισοδηματικά και 1
για αδελφό/ή που σπουδάζει σε άλλη πόλη).
»Εδώ λοιπόν συμβαίνει το εξής παράδοξο: Δύο οικογένειες με το ίδιο
κατά κεφαλήν εισόδημα και με τη μία από αυτές να έχει επιπλέον ήδη ένα
παιδί που σπουδάζει σε άλλη πόλη να μοριοδοτούνται με τον ίδιο τρόπο!
»Αν, δηλαδή, η πρώτη οικογένεια πάρει μετεγγραφή (σε περίπτωση
ισοβαθμίας προηγείται αυτός με τον μεγαλύτερο αριθμό μορίων εισαγωγής
στις πανελλαδικές) και η δεύτερη όχι, εκ του αποτελέσματος προκύπτει η
εξής συλλογιστική:
»Η πρώτη οικογένεια, χωρίς να έχει παιδί που σπουδάζει σε άλλη πόλη,
χαρακτηρίζεται οικονομικά αδύναμη και παίρνει μετεγγραφή, ενώ η δεύτερη,
με τα ίδια οικονομικά κριτήρια και με παιδί που σπουδάζει ήδη σε άλλη
πόλη, χαρακτηρίζεται πλούσια και αναγκάζεται να έχει τρία σπίτια σε
διαφορετικές πόλεις».
Είναι φανερό ότι πρέπει τα παιδιά που έχουν αδέλφια τα οποία
σπουδάζουν σε πόλεις περιφερειακές και είναι εκτός του τόπου κατοικίας
των γονέων, τουλάχιστον γι’ αυτές τις πόλεις (αυτές που σπουδάζουν τα
αδέλφια τους) να μοριοδοτούνται με περισσότερα του ενός μόρια ή και
αυτοδίκαια να σπουδάζουν μαζί με τα αδέλφια τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου