Σε αντίθεση με τα όσα ισχυρίζονται κάποιες απλοϊκές αλλά ιδιαίτερα
δημοφιλείς αναλύσεις, η επίμονη ενασχόληση με τους υπολογιστές, τις
διαδικτυακές υπηρεσίες και ειδικότερα με τα διαδικτυακά «παιχνίδια
ταυτότητας», δεν μπορεί πλέον να ερμηνεύεται ως προσπάθεια «απόδρασης»
από τους περιορισμούς ή τα τραύματα μιας δυσβάσταχτης κοινωνικής ή
οικογενειακής πραγματικότητας.
Απέναντι σε έναν υπολογιστή που «επιμένει να σιωπά» και να μην
εκτελεί τις εντολές μας οι περισσότεροι από εμάς αγχώνονται,
εξοργίζονται και ενίοτε αντιδρούν υπερβολικά βίαια, μέχρι του σημείου να
καταστρέφουν τον «ανυπάκουο» υπολογιστή.
Πώς είναι δυνατόν ένα μηχάνημα να γεννά τόσο ανεξέλεγκτα πάθη; Και
γιατί όταν ο υπολογιστής μας δεν ικανοποιεί τις ανάγκες μας αισθανόμαστε
συχνά προδομένοι, απελπισμένοι και εντελώς ανίκανοι να διαχειριστούμε
ψυχρά την ιδιαίτερη σχέση μας ή την εξάρτησή μας από αυτήν την περίεργη
«προσωπική» μηχανή;
Μήπως ανάμεσα στις αιτίες αυτής της εξάρτησης είναι και το γεγονός
ότι αποδίδουμε (εσφαλμένα) ανθρώπινες νοητικές ικανότητες και
αντιδράσεις σ’ αυτό το ομολογουμένως αξιοθαύμαστο μετανεωτερικό τέχνημα;
Πόσο εφικτή ή επιθυμητή είναι σήμερα η περιφρούρηση της ιδιωτικής ζωής και της αυτονομίας μας στο Διαδίκτυο;
Οπως είδαμε στο προηγούμενο άρθρο, οι επιστημονικές μελέτες σχετικά
με τις επιπτώσεις της νέας διαδικτυακής ζωής στη διαμόρφωση των
ανθρώπινων σχέσεων είναι ήδη πολυάριθμες και τα αρνητικά συμπτώματα της
εξάρτησης από τους υπολογιστές προβάλλονται επαρκώς από τα τρομολαγνικά
ΜΜΕ: αυτιστική απόσπαση από την πραγματικότητα, δυσκολίες απομνημόνευσης
και εστίασης της προσοχής, σταδιακή υποβάθμιση των κοινωνικών σχέσεων,
ακόμη και δυσλειτουργίες στην ερωτική ζωή.
Ταυτοχρόνως, όμως, υπάρχουν πολλές αξιόλογες έρευνες που, μολονότι
δεν προβάλλονται εξίσου, αναδεικνύουν τα ατομικά και κοινωνικά οφέλη και
τις πρωτόγνωρες δυνατότητες επικοινωνίας που μας προσφέρουν τα ψηφιακά
μέσα δικτύωσης.
Σήμερα οι περισσότεροι άνθρωποι καταφεύγουν στις πιο διαφορετικές
υπολογιστικές μηχανές (από τα PC μέχρι τα tablets και τα iphones), σε
προγράμματα και εφαρμογές που επιβεβαιώνουν την ψηφιακή επανάσταση που
συντελείται στις μέρες μας.
Και ήδη αρκετά άτομα είναι πρόθυμα να «φορτώσουν» σε κάποιο ιστότοπο ή
να καταγράψουν σε κάποιο λογισμικό δεδομένα σχετικά με τη λειτουργία
του σώματός τους, την προσωπικότητά τους, την υγεία ή τις ερωτικές τους
σχέσεις.
Πληροφορίες ανυπολόγιστης αξίας τόσο για τους ίδιους όσο και για τις
εταιρείες που διαχειρίζονται αυτούς τους διαδικτυακούς τόπους.
Σύμφωνα με τον επίσημο διαδικτυακό μύθο, αυτές οι εταιρείες
διασφαλίζουν την ιδιωτικότητα (privacy) αυτών των δεδομένων και τα
χρησιμοποιούν με τρόπο «απρόσωπο» και στατιστικό για να βελτιώσουν τις
υπηρεσίες που παρέχουν στους χρήστες. Είναι όμως έτσι;
Οικοδομώντας στο Ιντερνετ τον ψηφιακό μας... εαυτό
Ποιος θα το πίστευε ότι, σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα από την
εμφάνιση του Διαδικτύου, η εντυπωσιακή ανάπτυξη των κατάλληλων
λογισμικών για προσωπικούς υπολογιστές θα μας επέτρεπε να διαμορφώνουμε
μια ψηφιακή αλλά αρκετά ακριβή εικόνα του εαυτού και της ζωής μας;
Πρόκειται για τα πολυσυζητημένα προγράμματα «αυτο-καταγραφής» και
«αυτο-ιχνηλάτησης» («Life logger» και «Self-tracker», αντίστοιχα) τα
οποία σχεδιάστηκαν επιμελώς ώστε να είναι σε θέση να ιχνηλατούν, να
καταμετρούν και να καταγράφουν για πάντα σε έναν διαδικτυακό τόπο σχεδόν
κάθε ίχνος των καθημερινών σωματικών λειτουργιών μας και των
ψυχολογικών βιωμάτων μας.
Ολο και περισσότεροι χρήστες του Διαδικτύου αντί να καταφύγουν σε
ειδικούς γιατρούς όταν έχουν κάποιο ιατρικό πρόβλημα προτιμούν να το
αντιμετωπίσουν μόνοι τους, με τη βοήθεια διαδικτυακών προγραμμάτων
«αυτοδιάγνωσης» και «αυτοθεραπείας».
Ενώ όμως ο καθένας μπορεί σχετικά εύκολα να παρακολουθήσει τον
καρδιακό ή τον αναπνευστικό του ρυθμό, το βάρος και την ψυχολογική
διάθεσή του, δεν συμβαίνει το ίδιο με την καλή ή κακή λειτουργία του
εγκεφάλου του.
Μέχρι σήμερα, η ανάλυση των λειτουργιών του ανθρώπινου εγκεφάλου
προϋπέθετε τη χρήση ηλεκτροεγκεφαλογράφων ή άλλων πανάκριβων
απεικονιστικών μηχανών και βέβαια την παρουσία ειδικών νευρολόγων.
Για να παρακάμψουν αυτήν τη δυσκολία, γνωστές εταιρείες, όπως η
«Neurosky» και η «Emotiv», κατασκεύασαν ειδικά ακουστικά που όταν
συνδεθούν με έναν προσωπικό υπολογιστή λειτουργούν σαν μίνι
εγκεφαλογράφοι ικανοί να καταγράφουν την ηλεκτρική δραστηριότητα του
εγκεφάλου μας.
Ετσι, μέσω αυτών των συσκευών, που κοστίζουν περίπου 100 ευρώ, μπορεί
κάποιος να παρακολουθεί στην οθόνη του υπολογιστή του την καλή ή κακή
λειτουργία του εγκεφάλου του!
Περιττό βέβαια να τονίσουμε ότι τέτοιοι «οικιακοί» εγκεφαλογράφοι δεν
υποκαθιστούν σε καμία περίπτωση την ανάγκη ύπαρξης των περίπλοκων
νοσοκομειακών μηχανών. Και ακόμη λιγότερο, την ανάγκη μιας έγκυρης
ιατρικής γνωμάτευσης.
Για να μην αναφέρουμε τα κοινωνικά-νομικά προβλήματα που γεννά αυτή η «οικειοθελής» παρακολούθηση του εγκεφάλου μας.
Ακούγεται σαν σενάριο επιστημονικής φαντασίας, κι όμως ήδη μπορούμε,
μέσω των κατάλληλων υπολογιστικών προγραμμάτων, να καταγράφουμε το
καθημερινό μας άγχος, τις διαπροσωπικές ή ερωτικές επαφές μας, το πόση
τροφή, καφέ ή αλκοόλ καταναλώσαμε.
Σύμφωνα, μάλιστα, με τους σχεδιαστές τους, αυτά τα προγράμματα
«αυτο-μέτρησης» ή «αυτο-παρακολούθησης» μπορούν να μας εγγυηθούν μια
καλύτερη γνώση του εαυτού μας.
Η αυτογνωσία δεν είναι, ωστόσο, ούτε το μοναδικό ούτε το αποκλειστικό μέλημα των σχεδιαστών των συγκεκριμένων προγραμμάτων.
Διότι, όπως ισχυρίζονται, η καθημερινή καταγραφή όλων αυτών των
οπτικών, ακουστικών ή και αμιγώς ποσοτικών-αριθμητικών προσωπικών
δεδομένων μπορεί να λειτουργήσει αναδραστικά συμβάλλοντας αποφασιστικά
στην αυτοβελτίωση της συμπεριφοράς και της υγείας των χρηστών.
Πάντως, παρά τις ευγενείς προθέσεις των προγραμματιστών, ορισμένες
από αυτές τις πολύ προσωπικές καταγραφές θα μπορούσαν κάλλιστα να γίνουν
αντικείμενο εκμετάλλευσης τόσο από τις εταιρείες όσο και από τον Μεγάλο
Αδελφό, ο οποίος κάθε άλλο παρά αδιαφορεί για την «παράλληλη»
διαδικτυακή ζωή μας (βλ. και ειδικό Πλαίσιο).
Οι ανθρώπινες σχέσεις την εποχή του Διαδικτύου
Ο τρόπος χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης σχετίζεται στενά με τα
ψυχολογικά χαρακτηριστικά της ή του χρήστη: οι εξωστρεφείς
προσωπικότητες τείνουν να χρησιμοποιούν τη διαδικτυακή επικοινωνία για
να εκφράσουν ή να αυξήσουν αυτό το χαρακτηριστικό τους.
Αντίθετα, οι εσωστρεφείς χρήστες θα χρησιμοποιήσουν τις εικονικές
επαφές τους ως δικαιολογία για να μειώσουν ή, σε ακραίες περιπτώσεις,
για να εξαλείψουν τις πραγματικές κοινωνικές σχέσεις.
Αν τώρα λάβουμε υπόψη ότι, σύμφωνα με αρκετές ιατρικές έρευνες, τα
μοναχικά άτομα που επιδεικνύουν μια αυτιστική συμπεριφορά τείνουν να
εκδηλώνουν περισσότερα προβλήματα φυσικής ή ψυχικής υγείας (όχι μόνο
κατάθλιψη αλλά καρδιαγγειακές και αυτοάνοσες παθήσεις), κατανοούμε το
γιατί αρκετοί γιατροί και ψυχολόγοι θεωρούν τις καταχρήσεις των μέσων
κοινωνικής δικτύωσης δυνητικό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία.
Πάντως, τέτοιες τεχνοφοβικές αντιδράσεις απέναντι στις υπηρεσίες του
Παγκόσμιου Ιστού είναι απολύτως προβλέψιμες, όχι όμως πάντα
δικαιολογημένες.
Διότι βέβαια θα έπρεπε να είναι σε όλους σαφές ότι η εκρηκτική
διάδοση των διαδικτυακών επαφών ήλθε να καλύψει συγκεκριμένα
επικοινωνιακά κενά και ατομικά ή συλλογικά αδιέξοδα.
Οσο για τη διαμάχη σχετικά με το αν είναι δυνατή ή όχι μια σαφής
οριοθέτηση μεταξύ δημόσιου-ιδιωτικού ή μεταξύ εικονικού-πραγματικού,
αυτή συνοδεύει τη νέα διαδικτυακή τεχνολογία από την πρώτη στιγμή που
εμφανίστηκε.
Την αρχική αισιοδοξία ότι, αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στην πραγματική
ζωή, στο Ιντερνετ μπορεί κανείς να επιλέγει ελεύθερα την ταυτότητά του
(το φύλο, το όνομα ή την ιστορία του), διαδέχθηκε η συνειδητοποίηση ότι,
τις περισσότερες φορές, τα διαδικτυακά «προσωπεία» που υιοθετεί κάποιος
δεν είναι σχεδόν ποτέ εντελώς αυθαίρετα ή ψευδή.
Επιπλέον, η προσωπικότητα του χρήστη δεν είναι ποτέ τόσο εύπλαστη και
εικονική όσο μας φαίνεται ή όσο ο ίδιος θα επιθυμούσε να είναι.
Αντίθετα με ό,τι υποστηρίζουν ορισμένες απλοϊκές κοινωνιολογίζουσες
αναλύσεις, η σύγχρονη αναζήτηση μιας «ψηφιακής ταυτότητας» στο Διαδίκτυο
δεν εξηγείται ούτε και εξαντλείται από την ανάγκη των περισσότερων
ανθρώπων να αποδράσουν από τους συμβατικούς περιορισμούς και τα τραύματα
μιας δυσβάσταχτης κοινωνικής ή οικογενειακής πραγματικότητας.
Πολύ συχνά, ιδίως για τους εφήβους, η επινόηση μιας ψηφιακής
ταυτότητας είναι ένα γνωστικό τέχνασμα που τους επιτρέπει να δοκιμάζουν ή
να πειραματίζονται με διαφορετικές ταυτότητες και εναλλακτικούς
κοινωνικούς ρόλους.
Για παράδειγμα, η ανάγκη των εφήβων για μια δεύτερη ψηφιακή ταυτότητα
και η εμπειρία μιας παράλληλης διαδικτυακής ζωής φαίνεται πως επηρεάζει
θετικά τη διαμόρφωση του εγώ και της κοινωνικής ταυτότητάς τους.
Και οι σημερινοί έφηβοι γνωρίζουν καλά ότι, ως προς τη διαδικτυακή
ζωή τους, διαφέρουν σημαντικά από τις προηγούμενες γενιές: πρώτοι αυτοί
ενηλικιώνονται μέσα σε ένα μικτό ψηφιακό-πραγματικό κοινωνικό
περιβάλλον, στο πλαίσιο του οποίου δεν απαιτείται -ούτε και είναι
εφικτή!- η γονεϊκή διαμεσολάβηση.
Εξάλλου, η επιθυμία της πρόσκαιρης απόδρασης από την ασφυκτική
κοινωνική μας ταυτότητα ή από τη μονοδιάστατη εικόνα του εαυτού μας
είναι μια βαθύτατα ριζωμένη ανθρώπινη ανάγκη, μια ανάγκη πολύ παλαιότερη
από την επινόηση του Διαδικτύου.
Ηδη, κατά τη κλασική αρχαιότητα, στην είσοδο του μαντείου των Δελφών
οι αρχαίοι Ελληνες διατύπωσαν ως καθολική επιταγή το «ΓΝΩΘΙ ΣΑΥΤΟΝ».
Αυτή η διαχρονική ανάγκη του ανθρώπινου είδους να γνωρίσει τον εαυτό
του εκφράζεται, στις μέρες μας, από το Διαδίκτυο και εκδηλώνεται ως
ψηφιακή ταυτότητα.
Οσο για την αποφασιστική γνωσιακή διάσταση του Διαδικτύου και τις
πρωτοφανείς παιδαγωγικές δυνατότητες που ανοίγονται σήμερα από αυτήν την
τεχνολογία, θα μιλήσουμε εκτενέστερα σε επόμενο άρθρο μας.
Ο Μεγάλος Αδερφός και η σκοτεινή πλευρά του Διαδικτύου
Ποιος τελικά κυβερνά το Διαδίκτυο; Ποιος δηλαδή αποφασίζει για τις
δυνατότητες και τις ελευθερίες πρόσβασης στον Παγκόσμιο Ιστό; Μολονότι
οι περισσότεροι από μας χρησιμοποιούν καθημερινά τις υπηρεσίες του
Ιντερνετ, σπανίως θέτουμε αυτό το αποφασιστικό ερώτημα.
Ενας από τους λόγους για αυτήν την εξοργιστική έλλειψη περιέργειας
είναι ότι μέχρι στιγμής έχουμε συνηθίσει να χρησιμοποιούμε δωρεάν πολλές
διαδικτυακές υπηρεσίες.
Γεγονός που, με τη σειρά του, μας δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι το
Διαδίκτυο ανήκει σε όλους, ότι είναι ένας οργανισμός «κοινής ωφελείας».
Στην πραγματικότητα όμως η επικράτεια του Διαδικτύου κυριαρχείται από
ορισμένες πολυεθνικές εταιρείες-κολοσσούς, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν
η Google, η Amazon, η Facebook, κ.ά.
Σήμερα περισσότερο από ποτέ είναι επιτακτική ανάγκη να κατανοήσουμε
με ποια κριτήρια κάνουν τις επιλογές τους και πώς ακριβώς ανταγωνίζονται
μεταξύ τους αυτοί οι κολοσσοί.
Το πραγματικό διακύβευμα σήμερα είναι ο έλεγχος της άυλης-ψηφιακής παραγωγής πάνω στον πλανήτη.
Με άλλα λόγια, δεν είναι η συσσώρευση φυσικών πόρων, κεφαλαίου ή
υπεραξίας, διότι αυτά από τα τέλη του εικοστού αιώνα έχουν πλέον
εξαϋλωθεί και χρησιμοποιούνται μάλλον ως μέσο για την επιβολή της νέας
πλανητικής Βιοεξουσίας.
Οπως πολύ εύστοχα επισημαίνουν οι Michael Hardt και Antonio Negri στο
περίφημο βιβλίο τους «Αυτοκρατορία» (εκδ. Scripta), «πρέπει να
τονίσουμε ιδιαίτερα τον θεμελιακό ρόλο της πληροφοριακής συσσώρευσης
στις διαδικασίες της μετανεωτερικής πρωταρχικής συσσώρευσης και της
διαρκώς αυξανόμενης κοινωνικοποίησης της παραγωγής. Με την ανάδυση της
νέας πληροφοριακής οικονομίας, καθίσταται απαραίτητη μια ορισμένη
συσσώρευση της πληροφορίας πριν μπορέσει να λάβει χώρα η κεφαλαιοκρατική
παραγωγή».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου