Με πήρε τηλέφωνο, αμέσως μετά τον πανικό που επικράτησε στο
Eurogroup, με τα drafts από δω κι από κει. Τρομερά ανήσυχος· «και τώρα
τι γίνεται, αυτοί δεν υποχωρούν» επαναλάμβανε μονότονα.
Καλός φίλος, από εκείνους τους ανθρώπους που γεννήθηκαν σε οικογένεια
«με ιστορία». Παππούς μαυροσκούφης, μεγαλωμένος μέσα σε αφηγήσεις
αγώνων για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Πού και πού, τα έλεγε και
καμάρωνε. Είχε κι ένα κύρος, «εξ αντανακλάσεως» βέβαια, αλλά δεν έχουμε
όλοι σόγια αντάρτες του ΕΛΑΣ, κι όσο να ‘ναι, νοιώθεις κι ένα δέος. Άλλο
να ‘χεις παππού που σου μάθαινε να παίζεις ντάμα, κι άλλο ο παππούς που
τον φαντάζεσαι καβαλάρη με μαύρο σκούφο να γυρνάει στον Παρνασσό.
Τα τελευταία πέντε χρόνια, συχνά κουβεντιάζαμε, αν έπρεπε να ψηφίσει
ΣΥΡΙΖΑ ή ΚΚΕ. Η καρδιά του έλεγε «ΚΚΕ» και πώς να τον παρεξηγήσεις; Και
δώσ’ του ατέλειωτοι καφέδες, προσπαθώντας να τον πείσω να στηρίξει
ΣΥΡΙΖΑ γιατί τη θέση του ΚΚΕ απέναντι στην κατάσταση που ζούμε δεν την
καταλάβαινα. Αν υπήρχε ένα σημείο συμφωνίας μεταξύ μας, ήταν η εκτίμηση
ότι η ευρωζώνη είναι ένα θνησιγενές σύστημα, κι ότι όσο πιο γρήγορα βγει
η Ελλάδα από αυτήν τόσο το καλύτερο. Εδώ που τα λέμε, δε ξέρω και τι
ψήφιζε τελικά, αλλά δεν έχει σημασία κιόλας.
Αυτό που έχει σημασία, είναι ότι κι άλλοι μ’ έχουν
πάρει τέτοια τηλεφωνήματα, εκφράζοντας αγωνία για το «τι θα γίνει τώρα»,
αλλά από εκείνον δεν το περίμενα. Δηλαδή, πώς να το κάνουμε (που θα
‘λεγε κι ο Σαμαράς), μερικά πράγματα απλώς δεν περιμένεις να συμβούν.
Και «τι θα γίνει με το δάνειό μου» και ότι «αν πάμε στη δραχμή, θα
περάσουμε άλλα τρία χρόνια ζόρια, και δεν αντέχω άλλο». Ε, αναγκάστηκα
να του εξηγήσω ότι, αν δεν αντέχει άλλα τρία χρόνια ζόρια, ας φροντίσει να αντέξει άλλα τριάντα.
Δεν του άρεσε. Ούτε κι εμένα μου άρεσε όμως, ένας άνθρωπος που τον θεωρούσα αξιόπιστο, να αγωνιά προσευχόμενος ο ΣΥΡΙΖΑ να κάνει κωλοτούμπα.
Κι άμα του θυμίσεις την αντίσταση και τον παππού, ου, σωρό οι
δικαιολογίες: «αλλιώς ήτανε τότε, υπήρχε κίνημα τότε, το κόμμα είχε βγει
μπροστά τότε, υπήρχε προοπτική τότε, μη συγκρίνεις ανόμοια πράγματα».
Με δυο λόγια, ο παππούς του έχει μια θέση στα εικονίσματα – αλλά μέχρι εκεί. Είναι για την αίγλη, για το κύρος, για την κάλπη ίσως, αλλά παραπέρα «να ‘χαμε να λέγαμε». Ένας παππούς ακίνδυνος, σαν τον Χάρρυ Πότερ ένα πράμα, καλά τα παραμύθια, αλλά «εδώ είναι ο πραγματικός κόσμος, η ζωή μας». Η ζωούλα μας.
Η ζωούλα ημών των δειλών, που μας αρέσει ν’ ακούμε
για τον Άρη, που κρυφοκαμαρώνουμε για την «Στενή Αυτοάμυνα», που
τσαντιζόμαστε με τα ΜΑΤ και βράζουμε από ευαισθησία για τα δεινά των
προσφύγων και την κτηνωδία των ναζήδων παλαιών και νέων), αλλά: το ΑΤΜ δεν μπορεί να σταματήσει να βγάζει ευρώ.
«Μα, μόνο 200 ευρώ τη μέρα»; Τι να του πω, εμένα βγάζει – δε βγάζει 200
την εβδομάδα. Κι απ’ ό,τι ξέρω, κι αυτουνού τα ίδια. Ένας φόβος υπερφυσικός δηλαδή· ακριβώς ο φόβος που ο παππούς του δεν είχε. Τέλος πάντων, τον ηρέμησα όσο μπορούσα, αποφεύγοντας να τον βρίσω και τον αποχαιρέτησα.
Αλλά, την άλλη φορά – οποιαδήποτε φορά – που θα ξαναδιηγηθεί για τον
παππού του και τις υποχρεώσεις που «πηγάζουν από την ιστορία της
κοινωνίας μας», ξέρω να του πω μια παροιμία· που αναφέρεται σε μετάξια, βρακιά και κώλους.
Θωμάς Μαυροφίδης*
*Ο Θωμάς Μαυροφίδης διδάσκει Συστημική Θεωρία και Πληροφορική, στο Παν. Αιγαίου
Πηγή: imerodromos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου