Είναι μεγάλο πράγμα να ξέρεις να διαπραγματεύεσαι. Να έχεις δηλαδή
τον τρόπο για να παίρνεις αυτό που θέλεις, έστω κι αν θα πρέπει στην
πορεία να κάνεις άλλοτε υποχωρήσεις κι άλλοτε υπερβάσεις από την αρχική
σου θέση. Γι’ αυτό άλλωστε τη βαφτίσανε έτσι, με το όνομα “διαπραγμάτευση”, αλλιώς θα τη λέγανε “επικράτηση” ή “εκβιασμό” ή “επιβολή”.
Είναι όλα αυτά μαζί και τίποτε από όλα αυτά, είναι το φαινόμενο εκείνο
που το συναντάς σε διάφορες παραλλαγές από την πρώτη στιγμή που έρχεσαι
σε τούτο τον κόσμο ή ακόμα και πριν έρθεις εδώ, όταν, για παράδειγμα, οι
μελλοντικοί σου γονείς συζητάνε μεταξύ τους και τα βάζουν όλα κάτω, τα
θετικά κι αρνητικά, για να διαπραγματευτούν και να διαλέξουν οριστικά
τον τόπο εκείνο, στον οποίο τελικά θα ζήσουν μόνιμα, για να μπορέσουν να
κάνουν όνειρα και να ακολουθήσουν μια ζωή ονειρεμένη για να
διαμορφωθούν οι γόνιμες εκείνες προϋποθέσεις, έτσι ώστε κατόπιν αυτής
της γονιμότητας να γεννηθείς κι εσύ. Και μετά, ακόμα κι εκείνη την ώρα
που θα ετοιμάζεσαι από έμβρυο να γίνεις άνθρωπος, θα διεξάγεται ζωηρή
συζήτηση για το αν είναι προτιμότερο ο τοκετός να συμβεί σε δημόσιο
νοσοκομείο ή σε ιδιωτική κλινική, έχει σημασία να δούμε όλα τα
πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα σε κάθε περίπτωση, να
διαπραγματευτούμε με τον επιβλέποντα γιατρό για το κόστος, τις συνέπειες
ενός ατυχήματος, για όλα τα πιθανά ενδεχόμενα μιας αποτυχημένης εξόδου
από μια μήτρα που μέχρι χθες σού παρείχε ασφάλεια και σιγουριά, όλοι
αυτοί οι “αστάθμητοι παράγοντες” μπορεί να οδηγήσουν σε ακραία σενάρια
κι εσύ να καταλήξεις για μια ζωή να είσαι το αποπαίδι μιας αποτυχημένης
διαπραγμάτευσης.
Στη χώρα ετούτη βέβαια, μέχρι πρόσφατα, όλη αυτή η διαδικασία
εξακολουθούσε να συμβαίνει και να εξελίσσεται για πολλά ακόμη χρόνια και
μετά δηλαδή από τα πρώτα σου δειλά κι αποτυχημένα βήματα, καταβάλλοντας
μια διαρκή προσπάθεια για να ισορροπείς την ίδια στιγμή που σωριαζόσουν
πάλι κάτω. Το αποτέλεσμα ήταν να βλέπεις συνεχώς πολίτες που ήταν
αναγκασμένοι να διαπραγματευτούν για το παραμικρό στην καθημερινότητά
τους, για ζητήματα που γι’ άλλους ήταν σπουδαία και γι’ άλλους
δευτερεύοντα, ήταν λες κι ο πληθυσμός ολόκληρος εξασκούσε μονίμως τις
διαπραγματευτικές του ικανότητες, από την ώρα εκείνη που ξυπνούσε μέχρι
και τότε που θα έκανε σκέψεις μαζεμένες με κλειστά τα μάτια,
προσπαθώντας να διαπραγματευτεί όσο καλύτερα μπορούσε με τα άγχη και τον
ιδρώτα που έτρεχε στο μέτωπο για έναν πιο ήρεμο ύπνο. Ακόμα και τα
όνειρα που έβλεπες ήταν γεμάτα από αυτήν την αγωνία, καθώς συνήθως
ξεχνούσες ανοιχτή την τηλεόραση και σε ταλαιπωρούσε αυτό το
χαρακτηριστικό τρεμάμενο φως που πηγαινοερχόταν μέσα στο δωμάτιο, έτσι
όπως βαριανάσαινες, ξεσκέπαστος και εξουθενωμένος. Τα ίδια περίπου
φαινόμενα συνέβαιναν και στους διπλανούς, στους από πάνω κι από κάτω
γείτονες, που τελευταία φωνάζανε ο ένας στον άλλο, σε μια ζωηρή
αντιπαράθεση που κάποιες φορές ξεπερνούσε τις λεγόμενες “κόκκινες γραμμές”
κι άκουγες ήχους στους τοίχους που από ένα σημείο και μετά δεν μοιάζανε
με κουβέντες αλλά με χτυπήματα από γροθιές και μαλλιοτραβήγματα κι όταν
δεν άντεχες άλλο κι έτρεχες να δεις τι συμβαίνει ήτανε πια αργά και οι
τοίχοι ήταν γεμάτοι κόκκινες γραμμές από μια διαπραγμάτευση που
αποδείχθηκε ματωμένη.
Κι αν πάλι επιχειρούσες να ξεφύγεις από όλο αυτό το βουητό ανθρώπων
που αλληλοσυγκρούονταν μεταξύ τους δημιουργικά, ακόμα κι αν επέλεγες να
χαθείς μέσα στους δρόμους, θέλοντας ή μη, θα έπεφτες ξανά πάνω σε
στιγμές τέτοιες, γεμάτες σύγκρουση και αιτήματα όλων των ειδών από την
κάθε πλευρά, ήταν λες και γινόταν πολλαπλασιαστικά όλο αυτό, ολοένα
εξαπλωνόταν όπως ένας ακαθόριστος ιός, πετύχαινες, ας πούμε, εκείνον τον
πεισματάρη άστεγο που δεν ήθελε με τίποτα να ξεκουμπιστεί από το σημείο
που είχε καταλάβει στην είσοδο της πολυκατοικίας και διαπραγματευόταν
με τους άλλους άστεγους για το πώς θα μοιράσουν τα στέκια και ότι δεν
επρόκειτο να υποχωρήσει από τη διαπραγματευτική του θέση και ότι εκεί
κοιμόταν τα τελευταία πέντε συνεχόμενα χρόνια και αυτό δεν θα άλλαζε με
καμία κυβέρνηση. Πιο πέρα, όταν γυρνούσες το κεφάλι σου, έβλεπες τους
μετανάστες εκείνους που μονίμως έτρεχαν κι έψαχναν να βρουν κρυψώνα για
να κρυφτούν, άνοιγαν τους κάδους κι έπεφταν μέσα κι έβγαιναν λίγο
αργότερα έτσι πάλι, με τους περαστικούς να τους κοιτάνε λες και βλέπανε
να περπατάνε ανθρώπινα σκουπίδια κι όπως κατέφταναν δεκάδες οι
περιποιημένοι αστυνόμοι, διαπραγματευόντουσαν, πεσμένοι στα γόνατα για
μια ζωή καλύτερη και για μια πατρίδα που κάποτε είχαν και που πια δεν
ήξεραν σε ποια γλώσσα να την πούνε, ζητούσανε τροφή και ζεστασιά και
χαρτιά αντί για όνειρα χάρτινα κι ας ξέρανε ότι η διαπραγμάτευση ήταν
επίπονη και ότι μπορεί να κατέληγε σε αδιέξοδο, όπως ακριβώς συνέβη
τόσες και τόσες φορές που λαχανιάζανε για να αποφύγουν τη σύλληψη και
πάντα πέφτανε σε πινακίδες που γράφανε ότι μετά από εδώ, υπάρχει μόνο
αδιέξοδο.
Παρακάτω, είχες την ευκαιρία να παρατηρήσεις ακόμα πιο εξειδικευμένα
είδη διαπραγμάτευσης, το ένα μετά το άλλο, έβλεπες παιδιά ημιλιπόθυμα να
διαπραγματεύονται με τους δασκάλους τους για το ποιός θα τους δώσει μια
ευκαιρία για φαγητό, μιας κι είχαν φύγει νωρίς από το σπίτι, ξάγρυπνα
και νηστικά, κι η οικογένειά τους, αν και φτωχή, ήταν υπερήφανη και δεν
ήθελε να προκληθούν διαρροές και σχόλια που θα χαλούσαν αυτό το άδειο
διαπραγματευτικό χαρτί που περίμενε να γεμίσει με μια τυρόπιτα, ναι, πιο
πέρα στεκόταν εκείνος ο πατέρας που με γοερά κλάματα σαν παιδί μικρό
διαπραγματευόταν με το νοικοκύρη από το σπίτι εκείνο που έμενε από μικρό
παιδί και που τώρα πια κινδύνευε να χάσει γιατί δεν ήταν πια σε θέση να
πληρώσει τα λεφτά που χρειάζονταν για το νοίκι, βλέπεις, έμεινε άνεργος
κι αυτός και έχουν μειωθεί δραματικά τα διαπραγματευτικά του
επιχειρήματα, είναι ο ίδιος αυτός πατέρας εκείνου του ίδιου παιδιού που
πεινάει στο σχολείο, περίεργα πράγματα, είναι λες και έχουν όλοι τους
γίνει μια μεγάλη οικογένεια, τις προάλλες τούς είδα στο νοσοκομείο να
διαπραγματεύονται την είσοδό τους γιατί δεν είχανε να καταβάλουν τα
προαπαιτούμενα πέντε ευρώ και η γυναίκα απαιτούσε εξηγήσεις γιατί έμεινε
ο άντρας της χωρίς δουλειά κι έπρεπε να κάτσουν όλοι στο ίδιο αδειανό
στρογγυλό τραπέζι, για να συζητήσουν πια και να διαπραγματευτούν με τη
μοίρα τους την ίδια για το πώς πήγανε τα πράγματα λάθος και να
υιοθετήσουν ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που θα διόρθωνε αυτό το
πρωτογενές πλεόνασμα δυστυχίας.
Το αποκορύφωμα όλων αυτών των διαπραγματευτικών προσπαθειών ήταν
τότε, όταν αναγκάστηκαν πρωθυπουργοί, υπουργοί, ηγέτες ολόκληροι να
αναμετρηθούν σε εκείνο το ρεσιτάλ διαπραγμάτευσης, θα έλεγε κανείς ότι
ήταν σαν ένας ιδιαίτερος διαγωνισμός, ήταν θαρρείς μια πρωτότυπη
διαδικασία, ο θρύλος λέει ότι κλείστηκαν όλοι τους σε ένα σκοτεινό,
επτασφράγιστο δωμάτιο που είχε μέσα του πρωτοφανή διαπραγματευτικά
βοηθήματα, έβλεπες, λέει, στους σάπιους τοίχους του να κρέμονται πάπυροι
με τίτλους μεγάλους και πηχτούς που γράφανε σε δέκα διαφορετικές
γλώσσες μονολεκτικές επικεφαλίδες όπως “απολύσεις”, “συντάξεις”, “χρέος”, “λιτότητα”
κι άλλα τέτοια φοβερά και τρομερά και ότι για να συμμετάσχεις σε όλο
αυτό το διαπραγματευτικό όργιο έπρεπε προηγουμένως να υπογράψεις εκείνο
το πολυσέλιδο συμβόλαιο που το λέγανε “μνημόνιο κατανόησης” και
με το οποίο αποδεχόσουν ότι ως χώρα θα έπρεπε να υποδυθείς τη
διαπραγματευτική δούλα, να υπομείνεις χωρίς αντίρρηση όσα οι αφέντες σου
θα ορίσουν, να μη βγάζεις άχνα την ώρα εκείνη που θα σε ταπεινώνουν, να
προσποιείσαι εν ανάγκη ότι το απολαμβάνεις κιόλας το μαρτύριό σου. Ο
θρύλος λέει ότι, εκείνο το οργιώδες βράδυ, δέκα εκατομμύρια
διαπραγματευτές βγήκαν στους δρόμους και γεμίσαν τις πλατείες για να
υπενθυμίσουν ότι ήταν λάθος να λέγεται ότι αυτή η χώρα δεν
διαπραγματεύτηκε ποτέ της. Να υπενθυμίσουν ότι αυτή η χώρα
διαπραγματεύεται κάθε μέρα για χρόνια με τον εαυτό της. Να πουν ότι
αποτέλεσμα όλης αυτής της διαπραγματευτικής σύγκρουσης με τον πόνο είναι
ότι θυμήθηκαν ξανά ένα διαπραγματευτικό ατού που έχει να κάνει με την
αξιοπρέπειά τους.
Ότι είναι αδιαπραγμάτευτη.
Πηγή: kakoskeimena.net
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου