«Υπήρξε από τους πιο οικείους, από τους πιο
θαυμαστούς, από τους πιο αγαπητούς, και, δίχως αμφιβολία, ο πιο
εξαίρετος από τους επαναστάτες συντρόφους μας (…).
Ξεχείλιζε από ένα βαθύ πνεύμα μίσους και περιφρόνησης προς τον ιμπεριαλισμό (…).
Ικανός αρχηγός, αυθεντία,
δεξιοτέχνης του επαναστατικού πολέμου. Κι όμως, με τον ηρωικό και
δοξασμένο θάνατό του, κάποιοι επιχειρούν να αρνηθούν την ισχύ ή την αξία
των αντιλήψεων και των αντάρτικων ιδεών του. Μπορεί να πεθάνει ο
δεξιοτέχνης, κύρια όταν η τέχνη του είναι τόσο επικίνδυνη όσο η
επαναστατική πάλη, αλλά εκείνο που με κανέναν τρόπο δε θα πεθάνει είναι η
τέχνη στην οποία αφιέρωσε τη ζωή του και την ευφυΐα του (…).
Επέδρασε σημαντικά στη στάση του η αντίληψη
ότι οι άνθρωποι έχουν μια σχετική αξία στην ιστορία, η ιδέα ότι δεν
ηττάται η υπόθεση όταν πεθαίνουν οι άνθρωποι, και ότι η ακατάσχετη
πορεία της ιστορίας δε σταματά, ούτε θα σταματήσει με το χαμό των
αρχηγών(…).
Άνθρωποι σαν κι αυτόν είναι ικανοί, με το παράδειγμά τους, να συμβάλουν στην εμφάνιση άλλων που να τους μοιάζουν (…)».
Με αυτά τα λόγια αποχαιρετούσε ο Φιντέλ Κάστρο, στον επικήδειο που εκφώνησε στην Πλατεία της Επανάστασης, στην Αβάνα, στις 18 Οκτώβρη 1967, τον Ερνέστο Γκεβάρα. Τον Τσε.
Σαν σήμερα πριν από 47 χρόνια, στις 8 προς 9
Οκτώβρη του 1967, ο κομαντάντε Τσε Γκεβάρα περνούσε στο πάνθεον των
«αθανάτων» της Ιστορίας του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος. «Έφυγε»
χτυπημένος από δυο σφαίρες στο σβέρκο, πισώπλατα, αφού οι δολοφόνοι
του, αν και αιχμάλωτος, δεν είχαν το κουράγιο να τον κοιτούν στα μάτια
ούτε καν τη στιγμή που τον εκτελούσαν.
Όση, όμως, προσπάθεια κι αν κατέβαλαν, όσο
μελάνι κι αν έχυσαν, όποια προβοκάτσια κι αν έστησαν, ό,τι κι αν
σκόπευαν με τη δολοφονία του, τον Τσε ποτέ δεν κατάφεραν να τον βγάλουν
απ” τη μέση.
Το έγκλημα, αντί να σβήσει τα ίχνη αυτού του
ασθματικού γιατρού από την Αργεντινή, μετατράπηκε σε βαθιά, σε ζωογόνα
και ελπιδοφόρα ανάσα για τους αδικημένους, για τους λαούς όλου του
κόσμου.
Ο Τσε σχεδόν μισό αιώνα μετά τη δολοφονία του
συνεχίζει να «ζει»! Και ίσως η εξήγηση αυτής της «αθανασίας» να είναι
εκείνη που έδωσε ο Ζαν Πωλ Σαρτρ:«Ο Τσε Γκεβάρα είναι ένας από τους μεγάλους μύθους αυτού του αιώνα. Η ζωή του - έλεγε ο Σαρτρ - είναι η ιστορία του πληρέστερου ανθρώπου της εποχής μας».
Ποιος ήταν ο Τσε;
Ένα παιδί αστών που μέχρι τα παιδικά του χρόνια
μεγάλωνε μέσα σε έναν τεράστιο κήπο σε μια επαρχία στα βορειοανατολικά
της Αργεντινής και μάζευε τους φίλους του στο πάντοτε ανοιχτό σπίτι που
έμενε με τους γονείς του;
Ο αιώνιος έφηβος που ξεκίνησε να ανακαλύψει, παρέα με τον καλύτερό του φίλο και μια μοτοσικλέτα, τη Λατινική Αμερική;
Ο γεννημένος επαναστάτης που σε ηλικία 28 ετών
έφτασε με τους άλλους 81 συντρόφους του στην Κούβα, ξεκινώντας τη
μεγαλειώδη προσπάθεια για τη νίκη;
Ο άνθρωπος της δράσης που άφησε θέσεις και αξιώματα στην Κούβα για να συνεχίσει την επανάσταση στην Αφρική και τη Λατινική Αμερική;
Ο Τσε ήταν όλα αυτά. Αλλά κυρίως και τελικά,
ήταν ένα πράγμα που τα περικλείει όλα: Ήταν ένας ελεύθερος άνθρωπος.
Ήταν ένας κομμουνιστής, που εκείνο το πρωινό του Οκτώβρη στη Βολιβία
έμελε να γίνει σύμβολο. Το σύμβολο σε έναν αγώνα που η διάρκειά του θα
κρατήσει για όσο στον κόσμο η αδικία θα εξακολουθεί το έργο της.
Μόνο που στην περίπτωση του Τσε ο τίτλος του
«συμβόλου» δεν του χαρίστηκε μετά θάνατον. Ήταν ένας τίτλος που ως
καθοδηγητής και ως σύντροφος, ως οδηγός και ως κομαντάντε στην
ανειρήνευτη πάλη του ενάντια σε αυτήν την αδικία, τον είχε κατακτήσει
ήδη.
Ποιος ήταν ο Τσε;
Όταν ο πατέρας του Ερνέστο τον συνάντησε νικητή,
πια, στην Κούβα, κατάλαβε πως ο νεαρός μποέμ που αποχαιρετούσε πριν από
6 χρόνια στην Αργεντινή, ήταν ένας άλλος άνθρωπος. Ήταν ένας
σκληραγωγημένος ήρωας που τον τιμούσε ένας ολόκληρος λαός. Ο πατέρας θα
γράψει για το γιο του λίγο αργότερα:
«Ο Τσε είχε μεταμορφωθεί σ” έναν άνθρωπο του οποίου η πίστη στο θρίαμβο των ιδεών του, άγγιζε τα όρια του μυστικισμού».
Αυτός ήταν ο Τσε. Ασταμάτητος. Αλύγιστος.
Παθιασμένος. Αμετανόητος. Τέτοιος ήταν ο Τσε και αυτός ήταν ο λόγος που
ανήκει σε εκείνους τους ελάχιστούς που κατάφεραν να μετατρέψουν το
θάνατό τους σε ένα τόσο στέρεο σκαλοπάτι για να ανυψωθεί το αίτημα για
ζωή, για ανθρώπινη ζωή, ακόμη ψηλότερα.
Από δύο χρόνων μέχρι το τέλος της ζωής του
ο Τσε ήταν ασθματικός. Η ασθένειά του δεν τον κατέβαλε ποτέ. Έφηβος
έπαιζε ράγκμπι και ποδόσφαιρο, έστω κι αν κάποιες φορές οι πνεύμονές του
τον υποχρέωναν να εγκαταλείψει το γήπεδο.
Αργότερα, ως επαναστάτης πια, υποβάλλει τον
εαυτό του σε απίστευτες κακουχίες. Γνωρίζοντας την αδυναμία των
πνευμόνων του, του αρέσει να «ακροβατεί», καπνίζοντας μεγάλες ποσότητες
πούρων. Εδώ υπάρχει και ένα σχετικό ανέκδοτο:
Λέγεται ότι στο διάστημα που ήταν υπουργός
Βιομηχανίας στην Κούβα, οι συνεργάτες του, του ζήτησαν να περιορίσει το
κάπνισμα. Αυτός τους καθησυχάζει και συμφωνεί ότι πρέπει να ελαττώσει
τον αριθμό των πούρων που καπνίζει. Έτσι, την επόμενη μέρα, εμφανίζεται
στο γραφείο του με ένα πούρο κοντά στο ένα μέτρο μήκος! «Όπως βλέπετε πλέον θα καπνίζω μόνο ένα πούρο την ημέρα», απαντά στους εμβρόντητους συντρόφους.
Αυτός ήταν ο Τσε. Ο Τσε ουδέποτε αισθάνθηκε ότι
ήταν «άγιος», έστω κι αν είχε ήδη θεοποιηθεί από πολλούς ανθρώπους. Δεν
άφησε ποτέ περιθώρια για «αγιοποίηση». Τελικά, όπως έλεγε ο ίδιος, ήταν
απλώς ένας άνθρωπος. Που έκανε ό,τι πίστευε. Και πίστευε ό,τι έκανε.
«Δεν είμαι απελευθερωτής (libertador). Δεν υπάρχουν libertadores. Οι ίδιοι οι άνθρωποι απελευθερώθηκαν μόνοι τους», έλεγε ο Τσε.
Ο Τσε είχε δίκιο. Οι άνθρωποι δε χρειάζονται απελευθερωτές, αρκεί να αποφασίσουν να ελευθερωθούν.
Ο Τσε είχε δίκιο για τους ανθρώπους. Και δεν
έπαψε να πιστεύει στη δύναμή τους ακόμα κι όταν ανακάλυπτε ότι ολοένα
και λιγότεροι είχαν το κουράγιο του να συνεχίσουν, να παλέψουν, χωρίς
συμβιβασμούς και σκοπιμότητες.
Ο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα ήταν και είναι «ο πληρέστερος άνθρωπος της εποχής μας»,
γιατί στο πρόσωπο του συμπίπτουν απόλυτα τα λόγια με τα έργα.
Συμπίπτουν απόλυτα οι ιδέες με τις πράξεις. Ο Τσε Γκεβάρα ήταν, δηλαδή,
όπως θα έπρεπε να είναι όλοι οι άνθρωποι.
Κανείς δεν είναι δυνατό να προσθέσει τίποτα
περισσότερο στο θρύλο του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα. Κανείς πέρα από την
Ιστορία. Την Ιστορία των απλών ανθρώπων. Που νιώθουν το δικό του όραμα.
Ένα όραμα που ο Τσε το περιέγραφε με λόγια απλά και κατανοητά σε όλους:
«Για μας – έλεγε - δεν υπάρχει κανείς άλλος ορισμός του σοσιαλισμού, πλην της κατάργησης της εκμετάλλευσης του ανθρώπου από άνθρωπο».
Του Νίκου Μπογιόπουλου
Πηγή: enikos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου