Το μεγάλο παραμύθι της… εξόδου της ελληνικής οικονομίας από την κρίση
έρχεται να διαψεύσει ο κατ’ εξοχήν καπιταλιστικός μοχλός της οικονομίας,
το χρηματιστήριο, που σε πείσμα των προσπαθειών της κυβέρνησης να μας
πείσει ότι (χάρη στους χειρισμούς της) «τα δύσκολα πέρασαν» αντιδρά με
ένα σερί πτωτικών συνεδριάσεων.
Στο ερώτημα γιατί πέφτει το χρηματιστήριο την ώρα που η Ελλάδα «βγαίνει στις αγορές» και οι ξένοι καλύπτουν τις αυξήσεις κεφαλαίου των ελληνικών τραπεζών, οι απαντήσεις είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες και έχουν και σαφές πολιτικό χρώμα.
Στο ερώτημα γιατί πέφτει το χρηματιστήριο την ώρα που η Ελλάδα «βγαίνει στις αγορές» και οι ξένοι καλύπτουν τις αυξήσεις κεφαλαίου των ελληνικών τραπεζών, οι απαντήσεις είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες και έχουν και σαφές πολιτικό χρώμα.
Κατ’ αρχάς να δούμε λίγο τα στατιστικά:
Ο Απρίλιος που κλείνει, που ξεκίνησε με τον γενικό δείκτη του Χ.Α. στις
1.342,75 μονάδες. Από εκεί ακριβώς ξεκίνησε η σημαντική διόρθωση μέχρι
τις 1.186 μονάδες στα μέσα του μήνα, που ακολουθήθηκε από μια
βραχυπρόθεσμη ανοδική τάση για να επιστρέψει στις αρχές της εβδομάδας
αυτής στα επίπεδα των 1.200 μονάδων. Πολύ σημαντική όμως και η μείωση
του τζίρου κατά 25-30% σε σχέση με τον Μάρτιο.
Το πτωτικό σερί σημειώθηκε σε μια περίοδο μεγάλων και σημαντικών
θεωρητικά ειδήσεων με πολιτικά χαρακτηριστικά, όπως η «έξοδος στις
αγορές» και το... πρωτογενές πλεόνασμα, αλλά και η έναρξη διαμόρφωσης
του νέου τραπεζικού χάρτη με τις αυξήσεις των Alpha και Πειραιώς, και
τις ανακοινώσεις για την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου των Eurobank και
Εθνικής που ακολουθούν.
Η πραγματικότητα είναι ότι το χρηματιστήριο ως μηχανισμός προεξόφλησης
είχε «εξαργυρώσει» εδώ και έναν μήνα την έξοδο, η οποία ήταν και ο
κεντρικός μοχλός για το τελευταίο ανοδικό σερί στις αρχές Απριλίου.
Αντίθετα η «επίσημη» ανακοίνωση της εξόδου του Δημοσίου για τον δανεισμό
συνέπεσε με τη διαπίστωση ότι το προσεχές διάστημα η Ελλάδα θα ζητήσει
από τους ξένους επενδυτές περισσότερα από 10 δισ. ευρώ τόσο για τον
δανεισμό του Δημοσίου όσο και για τις αυξήσεις των τραπεζών, αλλά και
τις εκδόσεις ομολόγων μεγάλων επιχειρήσεων που βρίσκονται ήδη σε τελική
φάση.
Ρίσκο και χρήμα
Στο «πού» θα βρεθούν τα 10 δισ. βρίσκεται και η απάντηση για την πτώση
του Χ.Α. τις τελευταίες ημέρες. Οι ξένοι, που κυρίως βάζουν τα λεφτά
αυτά, μπορεί να μην θεωρούν την Ελλάδα σαν ένα τεράστιο ρίσκο (όπως έχει
γράψει από μηνών το «Π», ο ελληνικός κίνδυνος είναι αστείος μπροστά σε
άλλους που παίρνουν τα funds), αλλά δεν έχουν λόγο να ρίξουν όλα τους τα
κεφάλαια σε τόσο σύντομο χρόνο, όσο το διάστημα του 1-2 μηνών στο οποίο
το ελληνικό σύστημα ζητά τα 10 δισ. Εάν λοιπόν τα κεφάλαια δεν
«εισαχθούν» από το εξωτερικό, θα πρέπει να αντληθούν από την εσωτερική
δεξαμενή και δη από τις μετοχές στις οποίες είχαν τοποθετηθεί από καιρό
οι ξένοι και οι οποίες έχουν ήδη βγάλει μεγάλα κέρδη. Έτσι λοιπόν
εξηγείται όλη η νευρικότητα στο Χ.Α., όπως και οι πωλήσεις σε μεγάλες
(τις λεγόμενες «δεικτοβαρείς») μετοχές όπως ο ΟΠΑΠ, ο ΟΤΕ, η ΔΕΗ κ.ά.
Βλέπουν αστάθεια
Στο γιατί οι ξένοι δεν ρίχνουν στην Ελλάδα τα χρήματα που ρίχνουν με
ευκολία σε άλλες αγορές, η απάντηση είναι ότι δεν έχουν ξεκάθαρη εικόνα
για το πώς θα διαμορφωθεί το σκηνικό μετά τις εκλογές του Μαΐου, που
είναι πολύ κοντά. Τα τμήματα ανάλυσης των ξένων οίκων που δεν
ενημερώνονται από τα ελληνικά (υπερδανεισμένα) ΜΜΕ έχουν μια αρκετά
διαφορετική εικόνα από αυτήν που προβάλλεται στη χώρα μας.
Έτσι, δεν θεωρούν βέβαιο ένα εκλογικό αποτέλεσμα όπως αυτό που
παρουσιάζουν οι περισσότερες δημοσκοπήσεις, αλλά εκτιμούν ότι η ελληνική
κάλπη μπορεί να βγάλει νούμερα τα οποία ενδεχομένως να προκαλέσουν
κυβερνητική αστάθεια. Εάν κάτι τέτοιο συμβεί, λένε οι ξένοι, η ελληνική
πλευρά δεν θα είναι σε θέση να διαπραγματευτεί το θέμα της διαχείρισης
του ελληνικού χρέους το φθινόπωρο, τουλάχιστον με τον τρόπο και τους
όρους που βλέπουν στο Μαξίμου.
Σαν συνέπεια, εδώ και τέσσερις εβδομάδες όλοι ανεξαιρέτως οι ξένοι οίκοι
που αναλύουν είτε την ελληνική οικονομία και αγορά είτε μεμονωμένους
κλάδους (τον τραπεζικό) και μετοχές - εταιρείες, το επιχειρούν με τη
λογική του «ναι μεν, αλλά...».
Και στα «αλλά» που αντιλαμβάνονται οι ξένοι υπάρχουν και άλλοι παράγοντες, όπως:
1 Οι δρομολογούμενες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου των
τραπεζών είναι συστημικές. Δηλαδή αφορούν τα οικονομικά και τα λογιστικά
των ίδιων των ιδρυμάτων και προς το παρόν δεν είναι σε θέση από μόνες
τους να προσφέρουν ρευστότητα στην πραγματική οικονομία. Κάτι που
σημαίνει ότι η στενότητα θα συνεχιστεί και η ανάκαμψη δεν θα είναι τόσο
«εύκολη» όσο προβάλλει η κυβέρνηση.
2 Οι άμεσες επενδύσεις των ξένων επενδυτών σε ελληνικές
επιχειρήσεις είναι ακόμη ιδιαίτερα επιλεκτικές. Δηλαδή γίνονται σε
επιχειρήσεις που είναι σίγουρα θετικές και η επένδυση θα αποδώσει. Αυτό
όμως αφορά εταιρείες μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού και δύσκολα
θα πάρει μαζικό χαρακτήρα, ιδιαίτερα εάν οι τράπεζες δεν δεχτούν
«κουρέματα» δανείων που έχουν χορηγήσει σε επιχειρήσεις.
Από αυτό το περιβάλλον, όμως η ελληνική οικονομία απέχει πολύ. Η Ελλάδα
έχει ακόμη μεγάλη ανάγκη από δανεικά, τα οποία θα πληρώνει με τους όρους
των ξένων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα και οι περιπτώσεις των ομίλων που
δέχονται το ξένο χρήμα για τις αυξήσεις τους, αλλά το πληρώνουν με
μεγάλη πτώση στις τιμές των μετοχών, ακριβώς για να αγοραστούν οι ίδιες
πιο εύκολα…
Πηγή: topontiki.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου