Ο κοινωνικός δαρβινισμός, κοινωνική βάση του
φιλελευθερισμού, μας λέει πως ο αξιότερος είναι και αυτός που θα ανελιχθεί
κοινωνικά, ενώ όσοι αποτύχουν φέρουν οι ίδιοι αποκλειστικά την ευθύνη, ως
ανάξιοι για κάτι παραπάνω. Αυτά βέβαια στη θεωρία και σε ακαδημαϊκά μοντέλα επι
χάρτου όπου παίρνεται η υπόθεση εργασίας ότι η κοινωνία φτιάχνεται τώρα: ας
φανταστούμε δλδ ένα τεράστιο στίβο με δισεκατομμύρια κουλουάρ όπου όλοι μας
στηνόμαστε στην ευθεία και μόλις σημάνει ο αφέτης την εκκίνηση, αρχίζουμε να
τρέχουμε.
Στις
παγιωμένες, τρέχουσες κοινωνικές συνθήκες όμως πως εκφράζεται με πραγματιστικό
τρόπο η συγκεκριμένη θεώρηση; Είναι άραγε εξασφαλισμένη η ισοτιμία αναφορικά με
τη θέση εκκίνησης στον κοινωνικό στίβο; Τα παιδιά παραδείγματος χάριν ενός
εφοπλιστή εκκινούν από την ίδια θέση με τα παιδιά ενός ανέργου; Ένας διαβητικός
έφηβος μιας οικογένειας χωρίς ιατροφαρμακευτική κάλυψη σε σύγκριση με έναν
αντίστοιχο νέο μιας εύπορης οικογένειας; Πως διασφαλίζεται ότι το περιβάλλον
όπου θα ανταγωνιστούμε για να δείξουμε το μέγεθος της αξίας μας είναι κοινό για
όλους, παρέχει ακριβώς τις ίδιες ευκαιρίες εκπαίδευσης, πρόσβασης στην υγεία
και βασικής διαβίωσης ώστε το “παιχνίδι” να μην είναι σικέ;
Σε
θεωρητικό επίπεδο, εντός των πλαισίων του αστικού πολιτισμού, η απάντηση είναι
η φορολογία, και συγκεκριμένα η προοδευτική φορολογία. Αυτοί που κατέχουν
περισσότερα, φορολογούνται και περισσότερο, όχι όμως ως ποινή επειδή τα
κατάφεραν και πλούτισαν, αλλά ως διασφάλιση πως οι επόμενες γενιές θα έχουν
ίσες και ίδιες ευκαιρίες μάθησης και δυνατότητα περίθαλψης ώστε το παιχνίδι να
διεξάγεται ισότιμα. Όσοι, μέσω αυτού του συστήματος, επικρατήσουν, αποδειχθούν
αξιότεροι και αποκτήσουν περισσότερα, πάλι θα φορολογηθούν παραπάνω ακριβώς για
να αναπαράξουν το ίδιο το μοντέλο που μέσω αυτού τους δόθηκε η ευκαιρία να
αποδείξουν πραγματικά την αξία τους και να μην “πάρει τη θέση τους” κάποιος
άλλος, λιγότερο άξιος, μόνο και μόνο λόγω κληρονομιάς ή/και ονόματος.
Θα
ήταν θεμιτό λοιπόν να περιμένει κανείς οι θιασώτες του φιλελευθερισμού όλων των
αποχρώσεων να είναι υπέρ της φορολογίας, και συγκεκριμένα της προοδευτικής
φορολογίας, ώστε ο ανταγωνισμός που ευαγγελίζονται να διασφαλίζεται. Η παιδεία
και η υγεία να αποτελούν δικαιώματα και όχι εμπορεύματα, ώστε όλοι να είναι σε
θέση να ανταγωνιστούν για να αποδείξουν την αξία τους με ίσους όρους. Όμως η
πραγματικότητα μας διαψεύδει. Οι πιστοί του νεοφιλελευθερισμού όχι μόνο δεν είναι
υπέρ, αλλά απορρίπτουν μετά βδελυγμίας κάθε μορφή φορολογίας ονομάζοντάς την
μάλιστα “κλοπή”. Όχι μόνο δε συνηγορούν υπέρ της εκπαίδευσης και υγείας για
όλους αλλά αντίθετα είναι υπέρ της πλήρους ιδιωτικοποίησης τους ώστε να αποκλείονται
εντελώς οι γενιές εκείνες που δεν έτυχε να γεννηθούν σε εύπορες οικογένειες και
έτσι η μοίρα τους να είναι εν πολλοίς προδιαγεγραμμένη, όπως στην εποχή της
φεουδαρχίας όπου η κοινωνία ήταν αυστηρά δομημένη σε κλειστές κάστες.
Ποιός
όμως ο λόγος που υπάρχει αυτή η αντίφαση ανάμεσα στη θεωρία και τη πράξη; Πως
γίνεται οι θιασώτες της θεωρίας που θέλει τον ανταγωνισμό ως την αλάθητη μέθοδο
βελτιστοποίησης της οικονομικής και κοινωνικής ευημερίας, να τάσσονται υπέρ των
“μονοπωλίων” και των “ολιγοπωλίων” στις ευκαιρίες; Η απάντηση για όσους έχουν
την οικονομική δυνατότητα πρόσβασης στα εν λόγω “μονοπώλια” είναι προφανής και
εύλογη. Για αυτούς όμως που δεν ισχύει κάτι τέτοιο, που ο βιοπορισμός τους
βασίζεται αποκλειστικά στην εργατική τους δύναμη, ποια είναι η απάντηση στο
ερώτημα γιατί υποστηρίζουν ένα τέτοιο οικονομικό δόγμα που το πιθανότερο είναι
να αποκλείσει, αν όχι τους ίδιους σίγουρα τα παιδιά τους, απο ίσες ευκαιρίες
εκπαίδευσης και ίδιες δυνατότητες περίθαλψης;
Μόνο
ο στείρος φονταμενταλισμός, η εθελοτυφλία και η τεράστια άρνηση της
πραγματικότητας θα μπορούσε να είναι ο λόγος. Οι νεοφιλελεύθεροι οπαδοί είναι
θρησκόληπτοι πιστοί μιας θρησκείας που τους χρησιμοποιεί σαν χρήσιμους
ηλιθίους. Η μάζα αυτών των πιστών αδυνατεί να αντιληφθεί το γεγονός πως ζει
μέσα σε παγιωμένες καπιταλιστικές κοινωνικές δομές, με την ταξικότητα να
διατρέχει κάθετα κάθε κοινωνική έκφανση και δραστηριότητα, απο τους θεσμούς μέχρι
τον έλεγχο εισιτηρίων σε ένα τρόλλευ, και σαν γνήσιο ιδεοληπτικό ποίμνιο
προσδοκά, με τρόπο ξεκάθαρα μεσσιανικό, πως κάποτε ίσως ένας, το πολύ δύο απ’ αυτούς
θα γίνει μεγιστάνας του πλούτου επιβεβαιώνοντας τις προφητείες των αγίων της
πίστης του, Χάγιεκ, Μίζες, Φρίντμαν και λοιπών τσαρλατάνων.
Παραθέτω
ενδεικτικά μια λίστα αξιολόγησης του ΟΟΣΑ διαφόρων συστημάτων υγείας ανά τον
κόσμο. Η συγκεκριμένη μελέτη χρησιμοποιεί ένα πρωτότυπο
κριτήριο αξιολόγησης για να σταθμίσει όσο το δυνατόν αντικειμενικότερα τα κατά
χώρες συστήματα υγείας: τα ταξινομεί ανάλογα με τους ετήσιους μη
αναπόφευκτους θανάτους ανά 100.000 κατοίκους, δηλαδή τους θανάτους που
οφείλονται σε ασθένειες των οποίων οι θεραπείες είναι ευρέως διαδεδομένες και
οι ασθενείς θα μπορούσαν να σωθούν εάν δέχονταν τις κατάλληλες αγωγές ή/και
επεμβάσεις έγκαιρα. Σε σύνολο 31 χωρών η Ελλάδα βρίσκεται στην 14η θέση με 79
μη αναπόφευκτους θανάτους ανα 100.000 κατοίκους, ενώ στην πρώτη θέση είναι η
Γαλλία με 59 και με τον μέσο όρο των 31 να κυμαίνεται μεταξύ 95-104 θανάτων.
Στον πίνακα παρατηρούμε πως οι χώρες με πολύ υψηλό βαθμό ιδιωτικοποιημένης
υγείας, όπως οι ΗΠΑ και η Χιλή, βρίσκονται χαμηλά στη λίστα της μη αναπόφευκτης
θνησιμότητας με 103-124 θανάτους για τις ΗΠΑ και 102-109 για τη Χιλή. Η
εντεινόμενη ιδιωτικοποίηση ενός “ανελαστικού” αγαθού όπως η ιατροφαρμακευτική
περίθαλψη ουσιαστικά αποκλείει μερίδες του πληθυσμού από την πρόσβαση τους σε
αυτήν.
Πηγή: iordanoglou.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου