Χαμογελά συγκαταβατικά όταν τη ρωτώ εάν είχε
σκεφθεί να μη στείλει τα παιδιά της σε φροντιστήριο για να
προετοιμαστούν για τις πανελλαδικές εξετάσεις. «Θα μπορούσα, καθώς ήταν
πολύ καλοί μαθητές και με εκπαιδευτικές βάσεις. Ομως, δεν το έκανα. Δεν
το τόλμησα. Οι πανελλαδικές εξετάσεις είναι τόσο ανταγωνιστικές, που το
φροντιστήριο κρίνεται απαραίτητο. Εχει καθιερωθεί απόλυτα, με αποτέλεσμα
να έχει υποκαταστήσει το σχολείο. Και δυστυχώς, όσο καλός και εάν είναι
ένας μαθητής, ποιος γονιός θα ρισκάρει να μην τον στείλει στο
φροντιστήριο όταν όλοι οι συμμαθητές του πηγαίνουν;» παρατηρεί, μιλώντας
στην «Κ», η 48χρονη βιβλιοπώλης Σοφία Λινάρδου. Οσο για το κόστος της
προετοιμασίας του παιδιού για το «εισιτήριο» στα ΑΕΙ; Μία... περιουσία,
και το κόστος γίνεται ακόμη πιο δυσβάσταχτο εν μέσω οξύτατης οικονομικής
κρίσης, χωρίς να αποτιμώνται το ψυχολογικό κόστος και οι θυσίες που
κάνει κάθε οικογένεια για να εξασφαλίσει αυτή τη μικρή περιουσία.
«Εχουμε περιορίσει πολλά έξοδα για το φροντιστήριο των παιδιών» λέει
στην «Κ» η 47χρονη ιδιωτική υπάλληλος Κωνσταντίνα Τριανταφύλλου, ο
σύζυγος της οποίος είναι δημόσιος υπάλληλος και έχουν δύο κόρες - η
μεγαλύτερη θα συμμετάσχει το 2015 στις πανελλαδικές εξετάσεις. Η
προετοιμασία σε φροντιστήριο εντείνεται στις δύο τελευταίες τάξεις
Λυκείου, όμως ξεκινά από τις αρχές Γυμνασίου όταν οι γονείς διαπιστώνουν
τυχόν ελλείψεις των παιδιών τους σε βασικά σχολικά μαθήματα.
Ειδικότερα, περίπου 14.000 ευρώ κοστίζει κατ’ ελάχιστον η προετοιμασία των μαθητών για να είναι πανέτοιμοι στην κορυφαία στιγμή της εκπαιδευτικής τους διαδρομής: τις πανελλαδικές εξετάσεις εισαγωγής στα ΑΕΙ, το εναρκτήριο λάκτισμα των οποίων θα δοθεί φέτος στις 27 Μαΐου. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Φροντιστών Αττικής, το ετήσιο κόστος των εκπαιδευτικών προγραμμάτων ξεκινά για τους μαθητές της Α΄ Γυμνασίου από 1.200 ευρώ ετησίως για έξι ώρες την εβδομάδα για εννέα μήνες, και καταλήγει στα 3.700 ευρώ ετησίως για τους μαθητές της Γ΄ Λυκείου που έχουν επιλέξει τις σχολές της θετικής κατεύθυνσης, στην οποία μετέχουν πολλοί αριστούχοι με στόχευση τις περιζήτητες θέσεις των ιατρικών και των πολυτεχνικών σχολών.
Βέβαια, το ποσό των 14.000 ευρώ για τη συνολική προετοιμασία ενός μαθητή από μία μέση ελληνική οικογένεια γίνεται ακόμη μεγαλύτερο εάν οι γονείς επιλέξουν τα παιδιά τους να κάνουν ιδιαίτερα μαθήματα προετοιμασίας τις τελευταίες τάξεις του Λυκείου. Ενδεικτικά, φροντιστές που κάνουν ιδιαίτερα μαθήματα ανέφεραν στην «Κ» ότι η εντατική προετοιμασία των ιδιαίτερων ξεκινά από τη Β΄ Λυκείου με το μέσο μηνιαίο κόστος για τρία βασικά, πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα να κυμαίνεται περί τα 350 ευρώ, ενώ στη Γ΄ Λυκείου διπλασιάζεται, στα 700 ευρώ μηνιαίως, καθώς οι υποψήφιοι κάνουν φροντιστήριο και στα έξι εξεταζόμενα μαθήματα. Και αυτό για συνολικά δέκα μήνες τον χρόνο. Από την άλλη, όλοι εύχονται το παιδί να επιτύχει σε καλή σχολή την πρώτη φορά που θα συμμετάσχει στις εξετάσεις, γιατί αλλιώς το κόστος του φροντιστηρίου μπαίνει στον μηνιαίο προϋπολογισμό της οικογένειας για μία ακόμη χρονιά.
Πρώτη προτεραιότητα
Συνολικά, σύμφωνα με έρευνα του Κέντρου Εκπαιδευτικής Πολιτικής της ΓΣΕΕ, το 2013 οι Ελληνες γονείς δαπάνησαν συνολικά περίπου 1,05 δισ. ευρώ για την προετοιμασία των παιδιών στα μαθήματα του Γυμνασίου και του Λυκείου σε οργανωμένα φροντιστήρια ή ιδιαίτερα μαθήματα. Μάλιστα, η έρευνα έδειξε ότι παρά την οξύτατη οικονομική κρίση, οι δαπάνες για την εκπαίδευση των παιδιών έχουν μειωθεί μόλις κατά 5,4% σε σχέση με το 2010, δηλαδή με τα προ κρίσης επίπεδα. Αρα, οι Ελληνες γονείς συνεχίζουν να δαπανούν τεράστια ποσά για την εκπαίδευση των παιδιών τους, ακόμη και με μεγάλες θυσίες. «Υπάρχουν γονείς που ζητούν εκπτώσεις στα δίδακτρα, άλλοι που αφήνουν μεγάλα χρέη, είναι πλέον πολύ λίγοι εκείνοι που είναι απόλυτα συνεπείς στους χρόνους πληρωμής των διδάκτρων» ανέφερε στην «Κ» ιδιοκτήτης φροντιστηρίου στο Παγκράτι. «Η προσπάθεια γίνεται ακόμη πιο δύσκολη όταν η οικογένεια έχει πληγεί από την ανεργία, με αποτέλεσμα για τα έξοδα του φροντιστηρίου να συνδράμουν και οι παππούδες» λέει η κ. Λινάρδου, καταδεικνύοντας τη σημασία που έχει για την ελληνική οικογένεια η επιτυχία του παιδιού στο πανεπιστήμιο αλλά και τις χρόνιες στρεβλώσεις του εκπαιδευτικού συστήματος, τις οποίες όλοι οι αρμόδιοι παραδέχονται αλλά αδρανούν να τις διορθώσουν.
30-180 ευρώ τον μήνα για ξένες γλώσσες
Τα έξοδα των γονιών για την εκπαίδευση των παιδιών τους δεν περιορίζονται μόνο στα φροντιστήρια μέσης εκπαίδευσης. Οι ελλείψεις του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος αναγκάζουν τους γονείς να απευθυνθούν σε φροντιστήρια για να μάθουν τα παιδιά τους ξένες γλώσσες και πληροφορική, ακόμη και για να αθληθούν. Μάλιστα, από πέρυσι δημιουργήθηκαν νέες ανάγκες στους γονείς, καθώς θεσμοθετήθηκαν εξετάσεις εισαγωγής στα Πρότυπα-Πειραματικά Γυμνάσια και Λύκεια, όπου το πακέτο 80 ωρών προετοιμασίας κοστίζει 450 ευρώ για κάθε μαθητή.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τον γ.γ. της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ιδιοκτητών Κέντρων Ξένων Γλωσσών PALSO κ. Βασίλη Κροντήρη, οι περισσότεροι μαθητές ξεκινούν την εκμάθηση ξένων γλωσσών στη Γ΄ Δημοτικού, και την ολοκληρώνουν με τη λήξη του Γυμνασίου, καθώς στο Λύκειο ρίχνουν το βάρος στην προετοιμασία για τα ΑΕΙ. Το μηνιαίο κόστος για ξένες γλώσσες κυμαίνεται από 30 έως 170 ευρώ, και εξαρτάται από τον αριθμό ωρών και μαθητών ανά τμήμα και το επίπεδο. Για παράδειγμα, για την απόκτηση του πτυχίου Lower το μηνιαίο κόστος είναι έως 120 ευρώ, και για το Proficiency 180 ευρώ. Συνολικά, με βάση έρευνα του ΚΑΝΕΠ της ΓΣΕΕ, για την εκμάθηση ξένων γλωσσών σε φροντιστήρια ή ιδιαίτερα μαθήματα οι γονείς δίνουν περί 859,29 εκατ. ευρώ ετησίως.
Προσφορές χωρίς... αποδείξεις
«Ξέρετε, οι αποδείξεις δεν με... ενδιαφέρουν. Θα προτιμούσα να μου κάνετε καλύτερη τιμή». Είναι πλέον κανόνας όταν φθάνει η ώρα της συζήτησης για τα μηνιαία δίδακτρα, οι γονείς να ζητούν την... έκπτωση που συνεπάγεται η κοπή απόδειξης μόνο για το 25%- 50% των διδάκτρων ή και χωρίς απόδειξη. Αλλωστε, και οι ίδιοι οι φροντιστές έχουν διαμορφώσει την πρακτική της παράνομης αυτής συναλλαγής, «λανσάροντάς» την για να προσελκύσουν μαθητές. Η φροντιστηριακή παιδεία αποτελεί ένα πεδίο ιδιαίτερα επιρρεπές στην παραοικονομία, και οι διαστάσεις του προβλήματος διευρύνονται εάν στα νόμιμα φροντιστήρια προστεθεί και η εκπαιδευτική παραοικονομία των ιδιαιτέρων μαθημάτων.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Εθνικού Οργανισμού Πιστοποίησης Προσόντων και Επαγγελματικού Προσανατολισμού (ΕΟΠΠΕΠ), στη χώρα λειτουργούν 2.589 φροντιστήρια μέσης εκπαίδευσης, στα οποία φοιτούν περίπου 150.000 μαθητές και διδάσκουν περίπου 20.000 εκπαιδευτικοί. Επίσης, υπάρχουν 5.960 φροντιστήρια ξένων γλωσσών, στα οποία φοιτούν 510.000 μαθητές και διδάσκουν 21.000 καθηγητές.
«Η μαύρη αγορά των εκπαιδευτικών μας υπηρεσιών κυριολεκτικά οργιάζει» αναφέρει, μιλώντας για το θέμα στην «Κ», ο κ. Γεώργιος Χατζητέγας, ο οποίος έχει φροντιστήριο μέσης εκπαίδευσης στην Αθήνα και έχει εγγράψει μακρά συνδικαλιστική δράση στον κλάδο του.
Σύμφωνα με τον κ. Χατζητέγα η παραοικονομία στη φροντιστηριακή αγορά έχει δύο πτυχές: η πρώτη αφορά την έκδοση αποδείξεων στους γονείς και η δεύτερη την εισφοροδιαφυγή μέσω της υπασφάλισης των καθηγητών που διδάσκουν στα φροντιστήρια. Συγκεκριμένα:
• Οι περισσότεροι ιδιοκτήτες φροντιστηρίων κόβουν αποδείξεις μόνο για το μισό των διδάκτρων που πραγματικά καταβάλλονται. Μάλιστα, πληροφορίες της «Κ» αναφέρουν ότι φροντιστήρια επιχειρούν, και τηλεφωνικώς, να δελεάσουν τους γονείς προτείνοντάς τους την πληρωμή μειωμένων διδάκτρων χωρίς απόδειξη.
• Οι καθηγητές που εργάζονται στα φροντιστήρια κάθε τύπου (μέσης εκπαίδευσης ή ξένων γλωσσών) ασφαλίζονται για το μισό των διδακτικών τους ωρών ή για το μισό του ποσού του οποίου έχουν συμφωνήσει ως ωριαία αντιμισθία ή σε πολλές περιπτώσεις και για τα δύο ταυτόχρονα. Oσο για τη χορήγηση στους εκπαιδευτικούς των δώρων και των επιδομάτων που δικαιούνται, στα περισσότερα φροντιστήρια θεωρούνται... περασμένα μεγαλεία.
«Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα οι γονείς δεν επιλέγουν την εγγραφή των παιδιών στα νόμιμα φροντιστήρια, που ανοιχτά δηλώνουν ότι εκδίδουν στο ακέραιο τις αποδείξεις και αναγράφουν το πραγματικό ετήσιο ποσό των διδάκτρων μαζί με τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου του κηδεμόνα στο αρχείο που αποστέλλουν στο υπουργείο Οικονομικών. Η κοινωνική, δηλαδή, υποχρέωση για την έκδοση των αποδείξεων καθίσταται αντικίνητρο επιλογής των νομίμων φροντιστηρίων από τους γονείς καθώς τα δίδακτρα αποτελούν τεκμήριο διαβίωσης» παρατηρεί ο κ. Χατζητέγας. Από την άλλη, είναι σαφές ότι όταν ένας ιδιοκτήτης φροντιστηρίου συμφωνήσει με τους γονείς για απόδειξη μικρότερη των πραγματικών διδάκτρων δημιουργείται το πλαίσιο οι γονείς να μην είναι συνεπείς στην καταβολή των διδάκτρων και να προκύπτουν «φέσια».
Μάλιστα, ο ίδιος τονίζει ότι «το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έχουν μειωθεί οι συστηματικοί έλεγχοι, δημιουργεί ασφυκτικές συνθήκες για τις νόμιμες φροντιστηριακές δομές. Επίσης, η πρόσφατη κατάργηση της υποχρέωσης της τήρησης του Μητρώου Μαθητών αφαιρεί από τις ελεγκτικές αρχές την πιο σπουδαία βάση του ελέγχου, στέλνοντας, επί της ουσίας, μήνυμα υπέρ της φοροδιαφυγής». Υστερα από την κατάργηση της υποχρέωσης της τήρησης Μητρώου Μαθητών, δεν υπάρχει βάση ελέγχου των μαθητών και του τζίρου των φροντιστηρίων. Βέβαια, από τη Γενική Γραμματεία Εσόδων έχει δηλωθεί η πρόθεση να ασκηθούν έλεγχοι στους ιδιοκτήτες φροντιστηρίων μέσω των τραπεζικών τους λογαριασμών, κάτι που κρίνεται αποτελεσματικότερο μέσο ελέγχου του «μαύρου» χρήματος.
Πηγή: kathinerini.gr
Ειδικότερα, περίπου 14.000 ευρώ κοστίζει κατ’ ελάχιστον η προετοιμασία των μαθητών για να είναι πανέτοιμοι στην κορυφαία στιγμή της εκπαιδευτικής τους διαδρομής: τις πανελλαδικές εξετάσεις εισαγωγής στα ΑΕΙ, το εναρκτήριο λάκτισμα των οποίων θα δοθεί φέτος στις 27 Μαΐου. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Φροντιστών Αττικής, το ετήσιο κόστος των εκπαιδευτικών προγραμμάτων ξεκινά για τους μαθητές της Α΄ Γυμνασίου από 1.200 ευρώ ετησίως για έξι ώρες την εβδομάδα για εννέα μήνες, και καταλήγει στα 3.700 ευρώ ετησίως για τους μαθητές της Γ΄ Λυκείου που έχουν επιλέξει τις σχολές της θετικής κατεύθυνσης, στην οποία μετέχουν πολλοί αριστούχοι με στόχευση τις περιζήτητες θέσεις των ιατρικών και των πολυτεχνικών σχολών.
Βέβαια, το ποσό των 14.000 ευρώ για τη συνολική προετοιμασία ενός μαθητή από μία μέση ελληνική οικογένεια γίνεται ακόμη μεγαλύτερο εάν οι γονείς επιλέξουν τα παιδιά τους να κάνουν ιδιαίτερα μαθήματα προετοιμασίας τις τελευταίες τάξεις του Λυκείου. Ενδεικτικά, φροντιστές που κάνουν ιδιαίτερα μαθήματα ανέφεραν στην «Κ» ότι η εντατική προετοιμασία των ιδιαίτερων ξεκινά από τη Β΄ Λυκείου με το μέσο μηνιαίο κόστος για τρία βασικά, πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα να κυμαίνεται περί τα 350 ευρώ, ενώ στη Γ΄ Λυκείου διπλασιάζεται, στα 700 ευρώ μηνιαίως, καθώς οι υποψήφιοι κάνουν φροντιστήριο και στα έξι εξεταζόμενα μαθήματα. Και αυτό για συνολικά δέκα μήνες τον χρόνο. Από την άλλη, όλοι εύχονται το παιδί να επιτύχει σε καλή σχολή την πρώτη φορά που θα συμμετάσχει στις εξετάσεις, γιατί αλλιώς το κόστος του φροντιστηρίου μπαίνει στον μηνιαίο προϋπολογισμό της οικογένειας για μία ακόμη χρονιά.
Πρώτη προτεραιότητα
Συνολικά, σύμφωνα με έρευνα του Κέντρου Εκπαιδευτικής Πολιτικής της ΓΣΕΕ, το 2013 οι Ελληνες γονείς δαπάνησαν συνολικά περίπου 1,05 δισ. ευρώ για την προετοιμασία των παιδιών στα μαθήματα του Γυμνασίου και του Λυκείου σε οργανωμένα φροντιστήρια ή ιδιαίτερα μαθήματα. Μάλιστα, η έρευνα έδειξε ότι παρά την οξύτατη οικονομική κρίση, οι δαπάνες για την εκπαίδευση των παιδιών έχουν μειωθεί μόλις κατά 5,4% σε σχέση με το 2010, δηλαδή με τα προ κρίσης επίπεδα. Αρα, οι Ελληνες γονείς συνεχίζουν να δαπανούν τεράστια ποσά για την εκπαίδευση των παιδιών τους, ακόμη και με μεγάλες θυσίες. «Υπάρχουν γονείς που ζητούν εκπτώσεις στα δίδακτρα, άλλοι που αφήνουν μεγάλα χρέη, είναι πλέον πολύ λίγοι εκείνοι που είναι απόλυτα συνεπείς στους χρόνους πληρωμής των διδάκτρων» ανέφερε στην «Κ» ιδιοκτήτης φροντιστηρίου στο Παγκράτι. «Η προσπάθεια γίνεται ακόμη πιο δύσκολη όταν η οικογένεια έχει πληγεί από την ανεργία, με αποτέλεσμα για τα έξοδα του φροντιστηρίου να συνδράμουν και οι παππούδες» λέει η κ. Λινάρδου, καταδεικνύοντας τη σημασία που έχει για την ελληνική οικογένεια η επιτυχία του παιδιού στο πανεπιστήμιο αλλά και τις χρόνιες στρεβλώσεις του εκπαιδευτικού συστήματος, τις οποίες όλοι οι αρμόδιοι παραδέχονται αλλά αδρανούν να τις διορθώσουν.
30-180 ευρώ τον μήνα για ξένες γλώσσες
Τα έξοδα των γονιών για την εκπαίδευση των παιδιών τους δεν περιορίζονται μόνο στα φροντιστήρια μέσης εκπαίδευσης. Οι ελλείψεις του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος αναγκάζουν τους γονείς να απευθυνθούν σε φροντιστήρια για να μάθουν τα παιδιά τους ξένες γλώσσες και πληροφορική, ακόμη και για να αθληθούν. Μάλιστα, από πέρυσι δημιουργήθηκαν νέες ανάγκες στους γονείς, καθώς θεσμοθετήθηκαν εξετάσεις εισαγωγής στα Πρότυπα-Πειραματικά Γυμνάσια και Λύκεια, όπου το πακέτο 80 ωρών προετοιμασίας κοστίζει 450 ευρώ για κάθε μαθητή.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τον γ.γ. της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ιδιοκτητών Κέντρων Ξένων Γλωσσών PALSO κ. Βασίλη Κροντήρη, οι περισσότεροι μαθητές ξεκινούν την εκμάθηση ξένων γλωσσών στη Γ΄ Δημοτικού, και την ολοκληρώνουν με τη λήξη του Γυμνασίου, καθώς στο Λύκειο ρίχνουν το βάρος στην προετοιμασία για τα ΑΕΙ. Το μηνιαίο κόστος για ξένες γλώσσες κυμαίνεται από 30 έως 170 ευρώ, και εξαρτάται από τον αριθμό ωρών και μαθητών ανά τμήμα και το επίπεδο. Για παράδειγμα, για την απόκτηση του πτυχίου Lower το μηνιαίο κόστος είναι έως 120 ευρώ, και για το Proficiency 180 ευρώ. Συνολικά, με βάση έρευνα του ΚΑΝΕΠ της ΓΣΕΕ, για την εκμάθηση ξένων γλωσσών σε φροντιστήρια ή ιδιαίτερα μαθήματα οι γονείς δίνουν περί 859,29 εκατ. ευρώ ετησίως.
Προσφορές χωρίς... αποδείξεις
«Ξέρετε, οι αποδείξεις δεν με... ενδιαφέρουν. Θα προτιμούσα να μου κάνετε καλύτερη τιμή». Είναι πλέον κανόνας όταν φθάνει η ώρα της συζήτησης για τα μηνιαία δίδακτρα, οι γονείς να ζητούν την... έκπτωση που συνεπάγεται η κοπή απόδειξης μόνο για το 25%- 50% των διδάκτρων ή και χωρίς απόδειξη. Αλλωστε, και οι ίδιοι οι φροντιστές έχουν διαμορφώσει την πρακτική της παράνομης αυτής συναλλαγής, «λανσάροντάς» την για να προσελκύσουν μαθητές. Η φροντιστηριακή παιδεία αποτελεί ένα πεδίο ιδιαίτερα επιρρεπές στην παραοικονομία, και οι διαστάσεις του προβλήματος διευρύνονται εάν στα νόμιμα φροντιστήρια προστεθεί και η εκπαιδευτική παραοικονομία των ιδιαιτέρων μαθημάτων.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Εθνικού Οργανισμού Πιστοποίησης Προσόντων και Επαγγελματικού Προσανατολισμού (ΕΟΠΠΕΠ), στη χώρα λειτουργούν 2.589 φροντιστήρια μέσης εκπαίδευσης, στα οποία φοιτούν περίπου 150.000 μαθητές και διδάσκουν περίπου 20.000 εκπαιδευτικοί. Επίσης, υπάρχουν 5.960 φροντιστήρια ξένων γλωσσών, στα οποία φοιτούν 510.000 μαθητές και διδάσκουν 21.000 καθηγητές.
«Η μαύρη αγορά των εκπαιδευτικών μας υπηρεσιών κυριολεκτικά οργιάζει» αναφέρει, μιλώντας για το θέμα στην «Κ», ο κ. Γεώργιος Χατζητέγας, ο οποίος έχει φροντιστήριο μέσης εκπαίδευσης στην Αθήνα και έχει εγγράψει μακρά συνδικαλιστική δράση στον κλάδο του.
Σύμφωνα με τον κ. Χατζητέγα η παραοικονομία στη φροντιστηριακή αγορά έχει δύο πτυχές: η πρώτη αφορά την έκδοση αποδείξεων στους γονείς και η δεύτερη την εισφοροδιαφυγή μέσω της υπασφάλισης των καθηγητών που διδάσκουν στα φροντιστήρια. Συγκεκριμένα:
• Οι περισσότεροι ιδιοκτήτες φροντιστηρίων κόβουν αποδείξεις μόνο για το μισό των διδάκτρων που πραγματικά καταβάλλονται. Μάλιστα, πληροφορίες της «Κ» αναφέρουν ότι φροντιστήρια επιχειρούν, και τηλεφωνικώς, να δελεάσουν τους γονείς προτείνοντάς τους την πληρωμή μειωμένων διδάκτρων χωρίς απόδειξη.
• Οι καθηγητές που εργάζονται στα φροντιστήρια κάθε τύπου (μέσης εκπαίδευσης ή ξένων γλωσσών) ασφαλίζονται για το μισό των διδακτικών τους ωρών ή για το μισό του ποσού του οποίου έχουν συμφωνήσει ως ωριαία αντιμισθία ή σε πολλές περιπτώσεις και για τα δύο ταυτόχρονα. Oσο για τη χορήγηση στους εκπαιδευτικούς των δώρων και των επιδομάτων που δικαιούνται, στα περισσότερα φροντιστήρια θεωρούνται... περασμένα μεγαλεία.
«Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα οι γονείς δεν επιλέγουν την εγγραφή των παιδιών στα νόμιμα φροντιστήρια, που ανοιχτά δηλώνουν ότι εκδίδουν στο ακέραιο τις αποδείξεις και αναγράφουν το πραγματικό ετήσιο ποσό των διδάκτρων μαζί με τον Αριθμό Φορολογικού Μητρώου του κηδεμόνα στο αρχείο που αποστέλλουν στο υπουργείο Οικονομικών. Η κοινωνική, δηλαδή, υποχρέωση για την έκδοση των αποδείξεων καθίσταται αντικίνητρο επιλογής των νομίμων φροντιστηρίων από τους γονείς καθώς τα δίδακτρα αποτελούν τεκμήριο διαβίωσης» παρατηρεί ο κ. Χατζητέγας. Από την άλλη, είναι σαφές ότι όταν ένας ιδιοκτήτης φροντιστηρίου συμφωνήσει με τους γονείς για απόδειξη μικρότερη των πραγματικών διδάκτρων δημιουργείται το πλαίσιο οι γονείς να μην είναι συνεπείς στην καταβολή των διδάκτρων και να προκύπτουν «φέσια».
Μάλιστα, ο ίδιος τονίζει ότι «το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έχουν μειωθεί οι συστηματικοί έλεγχοι, δημιουργεί ασφυκτικές συνθήκες για τις νόμιμες φροντιστηριακές δομές. Επίσης, η πρόσφατη κατάργηση της υποχρέωσης της τήρησης του Μητρώου Μαθητών αφαιρεί από τις ελεγκτικές αρχές την πιο σπουδαία βάση του ελέγχου, στέλνοντας, επί της ουσίας, μήνυμα υπέρ της φοροδιαφυγής». Υστερα από την κατάργηση της υποχρέωσης της τήρησης Μητρώου Μαθητών, δεν υπάρχει βάση ελέγχου των μαθητών και του τζίρου των φροντιστηρίων. Βέβαια, από τη Γενική Γραμματεία Εσόδων έχει δηλωθεί η πρόθεση να ασκηθούν έλεγχοι στους ιδιοκτήτες φροντιστηρίων μέσω των τραπεζικών τους λογαριασμών, κάτι που κρίνεται αποτελεσματικότερο μέσο ελέγχου του «μαύρου» χρήματος.
Πηγή: kathinerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου