Τα ελληνικά νοικοκυριά έχασαν το 11,9% του διαθέσιμου εισοδήματός τους
την περίοδο 2008-2012, σύμφωνα με νέα μελέτη του Διεθνούς Νομισματικού
Ταμείου που δημοσιεύτηκε χθες. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη μείωση
διαθεσίμου εισοδήματος στην Ευρωπαϊκή Ενωση τη συγκεκριμένη περίοδο,
γεγονός που εξηγεί σε σημαντικό βαθμό την αντίδραση των Ελλήνων στα
μέτρα λιτότητας. Ακόμη περισσότερο που το φτωχότερο 10% των Ελλήνων
πολιτών έχασε το 15% του διαθέσιμου εισοδήματός του τη συγκεκριμένη
περίοδο. Η ελληνική πραγματικότητα είναι ακόμη χειρότερη, διότι σύμφωνα
με στοιχεία που δημοσίευσε η Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία τον περασμένο
Ιανουάριο το μέσο διαθέσιμο εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών μειώθηκε
κατά 31,8% στο διάστημα από το γ΄ τρίμηνο του 2008 μέχρι το γ΄ τρίμηνο
του 2013.
Η νέα μελέτη του ΔΝΤ αφορά τα δημοσιονομικά εργαλεία που έχουν στη
διάθεσή τους οι κυβερνήσεις προκειμένου να προχωρήσουν σε αναδιανομή
εισοδήματος με τελικό στόχο να μειώσουν την οικονομική ανισότητα. Το ΔΝΤ
επισημαίνει ότι το ακριβές μείγμα δημοσιονομικών μέτρων αναδιανομής
εισοδήματος, τόσο οι φόροι όσο και οι περικοπές δαπανών, που θα ληφθούν
ακόμη και σε περίοδο δημοσιονομικής εξυγίανσης εξαρτάται από «τις
διοικητικές δυνατότητες κάθε κράτους, τις πολιτικές προτιμήσεις, τον
ρόλο που θέλει να επιτελέσει το κράτος και τις προτιμήσεις της κοινωνίας
όσον αφορά την αναδιανομή». Πάντως, σύμφωνα με το ΔΝΤ, τα μέτρα
λιτότητας που εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα την περίοδο 2008-2012 επηρέασαν
περισσότερο τα πλουσιότερα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, συνεπώς η
αναδιανομή εισοδήματος έγινε σε σημαντικό βαθμό υπέρ των Ελλήνων με
χαμηλό και μεσαίο εισόδημα. Σημαντική εξαίρεση ήταν το 10% των
φτωχότερων Ελλήνων που είδαν το διαθέσιμο εισόδημά τους να μειώνεται
κατά 15% εξαιτίας της μείωσης του αφορολογήτου ορίου από τις 12.000 ευρώ
στα 5.000 ευρώ. Ακόμη περισσότερο από 15% μειώθηκε το διαθέσιμο
εισόδημα του 30% των πλουσιότερων Ελλήνων. Αναλυτικότερα, το ΔΝΤ θεωρεί
ότι η μείωση μισθών στον δημόσιο τομέα, οι περικοπές συντάξεων και η
αύξηση της φορολογίας εισοδήματος που σημειώθηκαν στην Ελλάδα την
περίοδο 2008-2012 είχαν ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της οικονομικής
ανισότητας στην ελληνική κοινωνία.
Γενικότερα, εξετάζοντας τα μέτρα που εφαρμόστηκαν σε Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία, Λεττονία, Ρουμανία, Εσθονία, Λιθουανία και Βρετανία, το ΔΝΤ θεωρεί ότι η μείωση των μισθών στον δημόσιο τομέα περιορίζει την οικονομική ανισότητα. Ο λόγος είναι ότι «οι δημόσιοι υπάλληλοι διαθέτουν σημαντική μόρφωση και εξειδίκευση και αποτελούν μεγάλο μέρος της ανώτερης μεσαίας τάξης και ότι οι περικοπές σε γενικές γραμμές είχαν επίπτωση στους εργαζόμενους με μεγαλύτερα εισοδήματα». Ομοίως οι περικοπές μη στοχευμένων επιδομάτων μειώνουν την οικονομική ανισότητα, ενώ το αντίθετο αποτέλεσμα έχει η περικοπή επιδομάτων που δίνονται στοχευμένα σε όσους έχουν μικρότερα εισοδήματα. Οι οριζόντιες περικοπές συντάξεων αυξάνουν την οικονομική ανισότητα διότι επηρεάζουν περισσότερο όσους έχουν χαμηλότερα εισοδήματα, ενώ αν οι περικοπές περιοριστούν σε όσους παίρνουν υψηλότερες συντάξεις, τότε οι επίπτωση είναι πιο δίκαιη.
Η αύξηση του φόρου εισοδήματος και των ασφαλιστικών εισφορών επίσης αποδείχτηκαν, σύμφωνα με το ΔΝΤ, ότι περιορίζουν την οικονομική ανισότητα, με εξαίρεση τη μείωση του αφορολόγητου ορίου. Οι δε αυξήσεις ΦΠΑ, σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης που μελετήθηκαν, θεωρείται ότι αυξάνουν την οικονομική ανισότητα. Τέλος σημαντικό ρόλο στον περιορισμό της οικονομικής ανισότητας παίζουν η πρόσβαση στο σύστημα υγείας και στην εκπαίδευση, καθώς περιορίζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό την οικονομική ανισότητα και συνήθως κατανέμονται ισομερώς στον πληθυσμό. Για παράδειγμα η πρόσβαση στο σύστημα υγείας μειώνει την ανισότητα κατά 3,6% κατά μέσο όρο σε πέντε ευρωπαϊκές οικονομίες (Ελλάδα, Βέλγιο, Γερμανία, Ιταλία και Βρετανία) και η πρόσβαση στο σύστημα εκπαίδευσης τη μειώνει κατά ακόμη 2,2%.
Γενικότερα, εξετάζοντας τα μέτρα που εφαρμόστηκαν σε Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία, Λεττονία, Ρουμανία, Εσθονία, Λιθουανία και Βρετανία, το ΔΝΤ θεωρεί ότι η μείωση των μισθών στον δημόσιο τομέα περιορίζει την οικονομική ανισότητα. Ο λόγος είναι ότι «οι δημόσιοι υπάλληλοι διαθέτουν σημαντική μόρφωση και εξειδίκευση και αποτελούν μεγάλο μέρος της ανώτερης μεσαίας τάξης και ότι οι περικοπές σε γενικές γραμμές είχαν επίπτωση στους εργαζόμενους με μεγαλύτερα εισοδήματα». Ομοίως οι περικοπές μη στοχευμένων επιδομάτων μειώνουν την οικονομική ανισότητα, ενώ το αντίθετο αποτέλεσμα έχει η περικοπή επιδομάτων που δίνονται στοχευμένα σε όσους έχουν μικρότερα εισοδήματα. Οι οριζόντιες περικοπές συντάξεων αυξάνουν την οικονομική ανισότητα διότι επηρεάζουν περισσότερο όσους έχουν χαμηλότερα εισοδήματα, ενώ αν οι περικοπές περιοριστούν σε όσους παίρνουν υψηλότερες συντάξεις, τότε οι επίπτωση είναι πιο δίκαιη.
Η αύξηση του φόρου εισοδήματος και των ασφαλιστικών εισφορών επίσης αποδείχτηκαν, σύμφωνα με το ΔΝΤ, ότι περιορίζουν την οικονομική ανισότητα, με εξαίρεση τη μείωση του αφορολόγητου ορίου. Οι δε αυξήσεις ΦΠΑ, σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης που μελετήθηκαν, θεωρείται ότι αυξάνουν την οικονομική ανισότητα. Τέλος σημαντικό ρόλο στον περιορισμό της οικονομικής ανισότητας παίζουν η πρόσβαση στο σύστημα υγείας και στην εκπαίδευση, καθώς περιορίζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό την οικονομική ανισότητα και συνήθως κατανέμονται ισομερώς στον πληθυσμό. Για παράδειγμα η πρόσβαση στο σύστημα υγείας μειώνει την ανισότητα κατά 3,6% κατά μέσο όρο σε πέντε ευρωπαϊκές οικονομίες (Ελλάδα, Βέλγιο, Γερμανία, Ιταλία και Βρετανία) και η πρόσβαση στο σύστημα εκπαίδευσης τη μειώνει κατά ακόμη 2,2%.
Πηγή: kathimerini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου