Το 2014 είναι «προγραμματισμένο» να αποτελέσει το έτος... κοσμογονίας
για την αγορά ενέργειας στην Ελλάδα. Υπό την πίεση του μνημονίου, το
μεγάλο κρατικό ενεργειακό μονοπώλιο, η ΔΕΗ, θα μπει σε διαδικασία
ιδιωτικοποίησης ώστε να δημιουργηθεί «χώρος» σε ιδιώτες που θα σπεύσουν
(;) να καταλάβουν μεγάλο μέρος της αγοράς. Ο στόχος υποτίθεται πως είναι
η μετάβαση της ελληνικής αγοράς ενέργειας σε ένα εκλογικευμένο μοντέλο,
όμως η επίτευξή του είναι εντελώς αβέβαιη.
Στο σύνολο του τομέα της ενέργειας, άλλωστε, το βάρος σηκώνουν οι συνήθεις ύποπτοι: οικιακοί καταναλωτές και βιομηχανία, οι οποίοι, καθ’ όλες τις ενδείξεις, όχι μόνο θα συνεχίσουν να κουβαλάνε τον σταυρό του μαρτυρίου, αλλά σύντομα οι αντοχές τους θα εξαντληθούν.
Ορισμένοι από τους ξένους επενδυτές που εγκαταστάθηκαν το τελευταίο διάστημα στην Αθήνα και αρκετοί από τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης χαρακτηρίζουν την Ελλάδα ως την «τελευταία στην Ευρώπη σοβιετικού τύπου οικονομία», όπου η κεντρική εξουσία «αποφασίζει» και οι δημόσιες επιχειρήσεις εκτελούν, αλλά μάλλον ξεχνούν μια βασική παράμετρο του... αυθεντικού σοβιετικού μοντέλου: Ότι τουλάχιστον η βιομηχανία και τα νοικοκυριά είχαν προτεραιότητα στον «μακαρίτη» σοβιετικό κεντρικό σχεδιασμό...
Στο σύνολο του τομέα της ενέργειας, άλλωστε, το βάρος σηκώνουν οι συνήθεις ύποπτοι: οικιακοί καταναλωτές και βιομηχανία, οι οποίοι, καθ’ όλες τις ενδείξεις, όχι μόνο θα συνεχίσουν να κουβαλάνε τον σταυρό του μαρτυρίου, αλλά σύντομα οι αντοχές τους θα εξαντληθούν.
Ορισμένοι από τους ξένους επενδυτές που εγκαταστάθηκαν το τελευταίο διάστημα στην Αθήνα και αρκετοί από τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης χαρακτηρίζουν την Ελλάδα ως την «τελευταία στην Ευρώπη σοβιετικού τύπου οικονομία», όπου η κεντρική εξουσία «αποφασίζει» και οι δημόσιες επιχειρήσεις εκτελούν, αλλά μάλλον ξεχνούν μια βασική παράμετρο του... αυθεντικού σοβιετικού μοντέλου: Ότι τουλάχιστον η βιομηχανία και τα νοικοκυριά είχαν προτεραιότητα στον «μακαρίτη» σοβιετικό κεντρικό σχεδιασμό...
Το νέο περιβάλλον
Το ζήτημα λοιπόν στην ελληνική περίπτωση δεν αφορά μόνο τις τελευταίες
ημέρες της ΔΕΗ ως κρατικής, αλλά κάτι πολύ πιο σύνθετο: το ευρύτερο
περιβάλλον της ενέργειας. Τα χαρακτηριστικά του είναι τα εξής:
Η κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας έχει μειωθεί σημαντικά και στην Ελλάδα
και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Από τη μία πλευρά η οικονομική κρίση, από την
άλλη η έμφαση στην εξοικονόμηση ενέργειας. Και η ζήτηση δεν θα
επανέλθει στα υψηλά επίπεδα του 2008, ενώ παράλληλα όλη η Ευρώπη αναζητά
νέους μηχανισμούς και μοντέλα αγοράς. Την ίδια στιγμή, υπάρχει
υπερσυγκέντρωση. Εγκαθίσταται νέα ισχύς από εργοστάσια που
κατασκευάζονται, με συνέπεια να διαμορφώνεται ρίσκο ανάκτησης ισχύος από
τους παραγωγούς. Παράλληλα, η εγκατάσταση των ΑΠΕ έχει αυξηθεί και
δημιουργεί έντονες παράπλευρες απώλειες.
Έτσι οι κλασικές μονάδες παραγωγής σε όλη την Ευρώπη κλείνουν η μια μετά
την άλλη και όσες έχουν απομείνει αναζητούν εναγωνίως καινούργια
καταναλωτικά φορτία βάσης για να εξυπηρετήσουν προκειμένου να καταφέρουν
να μείνουν στην αγορά. Η πρόσφατη στροφή που έχει γίνει από την
Κομισιόν για την ενίσχυση της ενεργοβόρου βιομηχανίας εξυπηρετεί
ταυτόχρονα την επιβίωση των θερμικών μονάδων φορτίων βάσης, κυρίως
λιθάνθρακα και λιγνίτη.
Στο πλαίσιο αυτό λοιπόν ακούμε συχνά ότι ο καταναλωτής... δεν έχει
επιλογές και καλείται να πληρώσει όποιο τιμολόγιο μπαίνει στο
ταχυδρομικό του κουτί, χωρίς να γνωρίζει ποιος, πώς και γιατί του
χρεώνει το ηλεκτρικό του ρεύμα όσο του το χρεώνει. Με αυτό το
επιχείρημα, λοιπόν, υποτίθεται πως ο στόχος για όλους τους καταναλωτές
θα πρέπει να είναι το ξαναμοίρασμα του κόστους ανάλογα με το προφίλ και
τα χαρακτηριστικά της κάθε κατανάλωσης, όπως γίνεται σε όλο τον κόσμο.
Βεβαίως, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι στην Ελλάδα η «απελευθέρωση» άλλων
κρατικών μονοπωλίων, αλλά και η λειτουργία άλλων αγορών που δεν υπήρξαν
προηγουμένως κρατικές, παράγουν συστηματικά το ίδιο αποτέλεσμα: ακριβές
υπηρεσίες και προϊόντα για καταναλωτές, οι οποίοι δεν σκοντάφτουν πάνω
σε ένα κρατικό μονοπώλιο, αλλά σε πανίσχυρα ιδιωτικά καρτέλ.
Στο στόχαστρο η ΔΕΗ
Πριν από μερικές ημέρες, καταγράφοντας τα προβλήματα της ελληνικής
αγοράς ενέργειας, ο καθηγητής Ενεργειακής Οικονομίας (ΕΜΠ) Παντελής
Κάπρος σημείωνε ως βασικά συμπτώματα της ελληνικής αγοράς τα ελλείμματα
του διαχειριστή αγοράς (ΛΑΓΗΕ), την αδυναμία είσπραξης των λογαριασμών
κατανάλωσης από τη ΔΕΗ, τις οφειλές προς τους ιδιώτες παραγωγούς, τις
οφειλές των παραγωγών προς τη ΔΕΠΑ, τις οφειλές των παραγωγών ΑΠΕ προς
τις τράπεζες και ως επιστέγασμα την αυξητική τάση των ελλειμμάτων που
απειλεί να τινάξει τα πάντα στον αέρα.
Οι αιτίες για το κομφούζιο θα πρέπει βέβαια σε έναν βαθμό να αναζητηθούν
στην κρίση (μείωση της ζήτησης, μείωση διαθέσιμου εισοδήματος, ευάλωτη
βιομηχανία, αδυναμία πληρωμής από τμήμα καταναλωτών), τις πλεονάζουσες
επενδύσεις, τη γενναιόδωρη αμοιβή ορισμένων ΑΠΕ και την υψηλή φορολογία.
Ως βαθύτερη αιτία, όμως, ο καθηγητής εντοπίζει την έλλειψη ανταγωνισμού
σε όλους τους τομείς, στην παραγωγή (και τη χονδρεμπορική αγορά) και την
πώληση ενέργειας, καθώς και στο φυσικό αέριο. Επίσης επικρίνει το ότι η
αγορά είναι διοικητικά καθορισμένη σε όλο το φάσμα τιμών, αμοιβών και
χρεώσεων, στο υπερβάλλον δυναμικό παραγωγής, που επίσης οφείλεται σε
υπερβολικό κρατικό παρεμβατισμό, και τελικά στην υπερδεσπόζουσα θέση της
ΔΕΗ.
Από εδώ και πέρα αρχίζει μια επιχειρηματολογία την οποία θα δούμε να
κορυφώνεται κατά τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης της Δημόσιας Επιχείρησης
Ηλεκτρισμού. Καλό λοιπόν είναι να την έχουμε κατά νου το επόμενο
διάστημα, αφού ο πόλεμος για τη ΔΕΗ θα ανάψει.
Ο καθηγητής εντοπίζει στη γενικότερη εικόνα ότι η Ελλάδα είναι σχεδόν η
ακριβότερη χώρα στο φυσικό αέριο, τόσο στις αστικές όσο και στις
βιομηχανικές χρήσεις, εξ αιτίας των πανάκριβων τιμολογίων της Gazprom.
Επιπρόσθετα περιγράφει μια στρεβλή χονδρεμπορική αγορά με τα εξής
χαρακτηριστικά:
Χωρίς ανταγωνισμό στην προμήθεια και με υψηλές διοικητικές χρεώσεις, η
ΔΕΗ έχει συμφέρον να κρατήσει τις οριακές τιμές συστήματος σε χαμηλά
επίπεδα.
Λόγω μειωμένης ζήτησης και λόγω των διοικητικά καθορισμένων αμοιβών δεν
υπάρχει κίνητρο ανταγωνιστικής συμμετοχής των ιδιωτικών μονάδων.
Η αύξηση των ΑΠΕ γίνεται σε βάρος της ιδιωτικής παραγωγής από φυσικό αέριο.
Έτσι η ΔΕΗ, όπως σημειώνεται, διατηρεί και επεκτείνει την κυρίαρχη θέση
της ακόμα και στην παραγωγή με φυσικό αέριο, ακόμη και αν οι μονάδες της
είναι λιγότερο αποδοτικές. Και με την επιχείρηση να ελέγχει τα
κοιτάσματα λιγνίτη χωρίς κόστος (δηλαδή το καύσιμο της έρχεται ως δώρο
από το κράτος) έχει κάθε λόγο να επιχειρεί να κρατά το status quo ως
έχει.
Στο σημείο αυτό βεβαίως πρέπει να επισημανθεί ότι τα ανταγωνιστικά
βιομηχανικά τιμολόγια είναι ευθύνη της κυβέρνησης (μια και αφορούν την
οικονομική πολιτική) και όχι της ΡΑΕ, αφού δεν πρόκειται για ρύθμιση της
αγοράς. Όμως, όπως πολλές φορές έχουμε σημειώσει, η κυβέρνηση αδιαφορεί
επί της ουσίας τόσο για τους αδύναμους οικιακούς καταναλωτές όσο και
για τη βιομηχανία.
Τι μέλλει γενέσθαι
Ήδη από το καλοκαίρι του 2010, στο πλαίσιο των μνημονιακών δεσμεύσεων,
υπάρχει η υποχρέωση του «ανοίγματος» της λιγνιτικής παραγωγής σε τρίτους
κατά 40%. Δηλαδή η ΔΕΗ να μην εκμεταλλεύεται αμισθί τον ορυκτό πλούτο
της χώρας ως καύσιμο, αλλά αυτός να είναι ανοικτός και σε άλλους. Στην
κατεύθυνση αυτή οι κοινοτικές οδηγίες έδειχναν από τότε την πώληση
λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ σε ιδιώτες που θα πλήρωναν για το καύσιμο και
τη χρήση.
Νωρίτερα τον επόμενο χρόνο θα προχωρήσει η αποκρατικοποίηση εταιρειών
δικτύων (φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού) για δημοσιονομικούς λόγους. Τα
εγγυημένα έσοδα από τη διαχείριση των δικτύων έχουν προκαλέσει το
ενδιαφέρον διαφόρων επενδυτών της συγκεκριμένης αγοράς. Τα ερωτήματα εδώ
είναι δύο:
- Σε ό,τι αφορά το δίκτυο ηλεκτρισμού, δηλαδή τον ΑΔΜΗΕ: Γιατί τέθηκε
αύξηση απόδοσης κεφαλαίου ΑΔΜΗΕ στο 11%; Υπάρχει εγγύηση για την
εκτέλεση επενδυτικού προγράμματος από έναν νέο ιδιοκτήτη;
- Σε ό,τι αφορά τα δίκτυα αερίου, δηλαδή τον ΔΕΣΦΑ: Θα μειωθεί η χρέωση
από ΔΕΣΦΑ, όπως έπρεπε να γίνει; Και τελικά η κυβέρνηση θα υποκύψει στις
απαιτήσεις των Αζέρων ενδιαφερομένων (SOCAR), οι οποίοι πρακτικά μας
ζητούν σχεδόν να... πληρώσουμε για να τους παραδώσουμε τη διαχείριση που
θα τους ανοίξει τις πύλες για την Ε.Ε.;
Βέβαια, μαζί με την πολιτική για τα δίκτυα, καθοριστικό ρόλο στην αγορά
ενέργειας θα διαδραματίσουν και οι τιμές που θα συμφωνήσει η ΔΕΠΑ για τα
επόμενα συμβόλαια με την Gazprom. Με τους Ρώσους να προμηθεύουν τη χώρα
μας 35% ακριβότερα από την υπόλοιπη Ευρώπη (ή μήπως... 43%, όπως
απάντησε ο επίτροπος Αλμούνια στον ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Ν. Χουντή προ
ημερών;), η υπόθεση λαμβάνει και αυτή εθνικές διαστάσεις.
Ιδιαίτερα αφού στη συνέχεια και η ίδια η ΔΕΠΑ παίρνει σειρά για
ιδιωτικοποίηση, με απρόβλεπτες επιπτώσεις στα τιμολόγια του αερίου. Και
αυτό έχει τη δική του σημασία σε σχέση με το ποιος θα είναι ο αγοραστής
της...
Ποιος «συμβιβασμός»; Όπως κατέληξε ο καθηγητής Κάπρος στην
προαναφερόμενη ανάλυσή του, η κρίση οδηγεί σε αβεβαιότητα εισπράξεων,
ρευστότητας και συναλλαγών, διότι με βάση τα σημερινά δεδομένα όλοι
χάνουν. Και προτείνει ως μόνη λύση έναν ευρύτερο συμβιβασμό, διότι:
- Είναι αδύνατη η ακολουθούμενη πολιτική τιμολογίων που είναι δήθεν απορρυθμισμένα ενώ στην ουσία δεν είναι.
- Είναι αδύνατον να απορρυθμιστούν τα τιμολόγια και να είναι συμβατά με
βέλτιστες πρακτικές άλλων χωρών χωρίς ανάπτυξη καθετοποιημένου
ανταγωνισμού.
Οι μνημονιακές υποχρεώσεις για τη ΔΕΗ και η μεταρρύθμιση του μοντέλου
αγοράς (διμερείς συμβάσεις, προθεσμιακή αγορά) αναγκαστικά θα πρέπει να
συντονιστούν με απορρύθμιση τιμολογίων (και προστασία ευπαθών
καταναλωτών) μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Αυτό λέει η ανάλυση του ειδικού. Όμως η πείρα μας από τη λειτουργία της
αγοράς στην Ελλάδα, και μάλιστα στο μεγαλύτερο – και κρισιμότερο για την
τσέπη των καταναλωτών – μέρος της, άλλα δείχνει. Ωστόσο, κοντός ψαλμός
αλληλούια, αφού η μάχη για τη ΔΕΗ σύντομα θα ανάψει.
Πηγή: topontiki.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου