Σηκώνεσαι χαράματα μουδιασμένος. Χέρια και πόδια ψάχνουν να πιάσουν και
να σταθούν. Φτιάχνεις κάτι πρόχειρο να φας, πίνεις έναν ελληνικό καφέ,
κάνεις δυο τσιγάρα και φεύγεις. Έχεις μεγάλη μέρα μπροστά σου, το
εργοστάσιο πλαστικών είναι μακριά. Περπατάς δέκα λεπτά μέχρι το σημείο
που έρχονται και σε παίρνουν. Δεν μπορείς να πάρεις το αυτοκίνητό σου,
τα λεφτά δεν φτάνουν για τέτοιες πολυτέλειες. Μοιράζεσαι τη διαδρομή.
Χτυπάς την πλαστική σου κάρτα με τον αριθμό σου προσεκτικά, πριν τις
οχτώ που ξεκινάει η βάρδια. Αν τη χαλάσεις, θα τη χρεωθείς. Κόστος 6
ευρώ. Αν καθυστερήσεις, θα χάσεις μια ώρα. Δεν θα την πληρωθείς κι αν
κάτσεις δέκα λεπτά, παραπάνω, μισή ώρα, σαράντα πέντε λεπτά, πάλι τα
ίδια χρήματα θα πάρεις. 28,80 ευρώ μεικτά ημερησίως. Τόσο ορίζει η νέα
εθνική συλλογική σύμβαση εργασίας το μεροκάματό σου. Είσαι εργάτης
αποθήκης γενικών καθηκόντων, ανειδίκευτος. Έτσι γράφει η σύμβαση.
Φορτώνεις όλη την ημέρα φορτηγά. Σωλήνες ποτίσματος για τα χωράφια. Και η
δουλειά σου είναι εποχική. Για έναν μήνα. Τόσο ορίζει η σύμβαση. Όταν ο
μήνας τελειώσει, αν έχει δουλειά, θα στην ανανεώσουν. Για ακόμη έναν
μήνα. Διαφορετικά θα φύγεις, μαζί με τους άλλους. Θα είσαι πάλι άνεργος.
Όλα νόμιμα. Όλα ορισμένα από Μνημόνια, επιταγές ανάπτυξης και
κερδοφορίας. Καμιά εταιρεία πλέον δεν παρανομεί. Καμιά δεν τη συμφέρει.
Τώρα είσαι στον τρίτο μήνα. Το καλοκαίρι έχει φτάσει
στη μέση του και η σεζόν τελειώνει. Το ξέρεις ότι θα φύγεις. Μαζί σου
και όσοι προσλήφθηκαν για τις ανάγκες της εταιρείας. Πολλοί είναι
απρόθυμοι τώρα που φεύγουν. Δεν δουλεύουν όπως στην αρχή κι αυτό δεν
αρέσει στην εταιρεία. Ο προϊστάμενος έχει πάρει τις εντολές του. Θα τους
πιάσει έναν-έναν και θα τους τάξει τη μονιμότητα. Μια σύμβαση επ'
αορίστου, το ωσαννά της εργατικής τάξης, αν είναι πρόθυμοι, εργατικοί,
ακούραστοι, λιγομίλητοι. Οι παλιοί εργάτες θορυβούνται. Παίρνουν
περισσότερα χρήματα. Αν η εταιρεία κρατήσει τους νέους, η θέση τους
κινδυνεύει. Θα τους διώξουν. Η αποζημίωση θα είναι ασύγκριτα μικρότερη
από το νέο κέρδος. Δεν σε θέλουν. Θα σε κάνουν να φύγεις. Το κίνητρο για
όλους έχει βρεθεί. Είναι η επιβίωση. Τώρα όλοι θα δουλεύουν.
Ανεβαίνεις στο φορτηγό και το φορτίο έρχεται. Χιλιάδες
ευρώ περιμένουν να στοιβαχτούν. Παίρνεις μια βαθιά ανάσα και ξεκινάς.
Το φορτηγό βρομάει ζώα, κοπριά και ιδρώτα. Η σκόνη μπαίνει βαθιά στα
πνευμόνια σου. Βήχεις, φτύνεις και συνεχίζεις. Σε μια ολιγόλεπτη
ανάπαυλα βγάζεις το κεφάλι έξω και κοιτάς. Βλέπεις τον περιφραγμένο χώρο
του εργοστασίου, το πλαστικό και το τσιμέντο. Όχι, δεν είσαι σε
στρατόπεδο. Είσαι στη δουλειά σου. Κοιτάς ένα κομμάτι ουρανό και
ξεχνιέσαι. Ο προϊστάμενος έρχεται. «Μη χαζεύεις, μη γελάς, μη σφυρίζεις, γιατί κάθισες;». Σκουπίζεις τον ιδρώτα και τη σκόνη από το μέτωπό σου και συνεχίζεις. Το φορτίο σε λίγο τελειώνει.
Μπαίνεις στην αποθήκη να πιεις λίγο νερό και να μαζέψεις την αναπνοή
σου. Κάθεσαι σε μια γωνιά και ανάβεις τσιγάρο. Το επόμενο φορτίο είναι
σε δέκα λεπτά. Το διάλειμμα σε 4 ώρες. Μισή ώρα εκτός ωραρίου. Τυλίγεσαι
στον καπνό και θυμάσαι. Θυμάσαι τις σπουδές σου στο πανεπιστήμιο. Είσαι
ιστορικός, φιλόλογος. Θυμάσαι το μεταπτυχιακό που δεν κατάφερες ακόμη
να τελειώσεις. Τα χρήματα δεν φτάνουν για να πληρώσουν τα δίδακτρα της
διπλωματικής εργασίας. Θυμάσαι τους ποιητές, τους συγγραφείς, τους
λογοτέχνες, του επαναστάτες, τους τρελούς. Θυμάσαι μια υπουργό Παιδείας
να αναρωτιέται «Τι πάει να πει αδιόριστος εκπαιδευτικός;». Την
ίδια στιγμή τα πηγαδάκια των παλιών εργατών συζητούν. Αυτοκίνητα,
κινητά, φαγητό, μπάλα και πουτάνες. Ως εκεί. Κι αν η συζήτηση φτάσει στα
πολιτικά, η Άκρα Δεξιά έχει τον πρώτο λόγο. Βρισιές, μετανάστες και
βία. Αυτά είναι τώρα στη μόδα. Το εργοστάσιο δεν έχει σωματείο. Κανείς
δεν τολμά να πει αυτή τη λέξη. Τα φυλλάδια των απεργιών που μοιράζονται
στην πύλη τσαλακώνονται και πετιούνται. Η νέα εργατική τάξη αρκείται στα
γλυκά που κερνούν τα αφεντικά όταν γιορτάζουν. Θυμάσαι τον Μαρξ, το
λούμπεν προλεταριάτο.
Σηκώνεσαι και ξεκινάς. Ένα ακόμη φορτίο περιμένει στην
αρένα. Μπαίνεις στο φορτηγό και μετράς. Μετράς τα λεπτά μέχρι το
διάλειμμα, μέχρι να τελειώσει το ωράριο, μέχρι να πας σπίτι να δεις το
παιδί σου. Γι' αυτό είσαι εδώ. Στο είπε και ο Γεωργιανός που φορτώνετε
μαζί. Μόνο αυτός απ' όλους. Κι ύστερα πάλι μετράς τα χρόνια, τις
ελπίδες, τα όνειρα, τις προσδοκίες σου. Αυτά τα αφήνεις πίσω σου κάθε
φορά που περνάς την πύλη.
Η μέρα φτάνει στο τέλος της και ο προϊστάμενος σε φωνάζει στο γραφείο
του. Τώρα που η σύμβασή σου τελειώνει, η εταιρεία μπορεί να σε χρειαστεί
για μερικές μέρες παραπάνω. Τόσο όσο χρειάζεται για να καλυφτούν οι
άδειες των παλιών εργατών. Με τα ίδια λεφτά, χωρίς ένσημα. Και από το
φθινόπωρο θα εισηγηθεί να σε κρατήσουν. Να σε κάνουν «μόνιμο», με νέα
σύμβαση. Τα ίδια θα πει και στους άλλους. Ξεχωριστά. Έναν προς έναν. Για
τους παλιούς εργάτες τώρα είσαι ο καλύτερος φίλος τους. Τον κοιτάς και
σκέφτεσαι. Τα χρήματα που έχεις ανάγκη, το παιδί στο σπίτι, τα ένσημα,
τους απλήρωτους λογαριασμούς, τα χρέη, τη ζωή σου την ίδια. Ξέρει την
απάντησή σου. Ξέρει πως θα πεις ναι. Τον χρειάζεσαι, τον έχεις ανάγκη,
θα υποκύψεις. Μαζεύεις μια λέξη από τον λαβύρινθο του μυαλού σου και την
πετάς. Λες όχι και το μειδίαμα στα χείλη του φεύγει. Λες όχι για την
ανθρωπιά σου, για το μέσα σου, για τα λόγια που θα πεις αύριο στο παιδί
σου, για κείνα τα νέα μάτια που θα κοιτάξουν με γλυκιά αθωότητα τον
κόσμο. Λες όχι και επαναστατείς. Εσύ, μόνος σου και μέσα σου ο κόσμος
όλος. Φέρνεις στον νου τον Ελύτη «δεύτερη ζωή δεν έχει». Τώρα είσαι ποιητής, είσαι δάσκαλος. Είσαι αριστερός. Πρώτα ως άνθρωπος. Θα τα καταφέρεις.
* Ο Θοδωρής Κατής είναι αδιόριστος εκπαιδευτικός-άνεργος, μέλος ΣΥΡΙΖΑ Κέντρου Θεσσαλονίκης
Πηγή: Avgi.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου